ΤΟ ΚΑΥΤΟ ΜΑΡΙΝΑΚΙ ΣΕ ΤΡΙΟ
Μαζευτήκαμε δώδεκα άτομα κι αρχίσαμε να πίνουμε, ακούγοντας μουσική και χορεύοντας. Από κάποια στιγμή και μετά είδα τη φίλη μου την Ντίνα να μην αφήνει τον Μάκη μου σε ησυχία. Ήταν συνέχεια δίπλα του και του μιλούσε χαζογελώντας, κι ήταν φανερό ότι του την έπεφτε μέσα στο ίδιο μου το σπίτι.
Ζήλεψα και θύμωσα, όμως είπα να μη χαλάσω τη βραδιά κι έκανα ότι δεν είχα καταλάβει τίποτα. Κάποια στιγμή, κι ενώ το γλέντι είχε ανάψει για τα καλά, τους είδα να απομονώνονται σιγά σιγά από την υπόλοιπη παρέα, μέχρι που κάποια στιγμή χάθηκαν απ το δωμάτιο. Κάθισα λίγα λεπτά ακόμα βρίζοντας από μέσα μου και μετά πήγα στην κρεβατοκάμαρα.
Άνοιξα με δύναμη την πόρτα και είδα την Ντίνα να είναι μισόγυμνη με την πλάτη ακουμπισμένη στην ντουλάπα, ενώ ο Μάκης της έγλειφε τις ρώγες και είχε το χέρι του μέσα στο παντελόνι της, τρίβοντας το μουνί της. Σταμάτησαν αμέσως τρομαγμένοι και ξαφνιασμένοι, κι εγώ μπήκα μέσα και κλείδωσα την πόρτα. Τους έβαλα τις φωνές και χαμήλωσαν τα βλέμματά τους αμίλητοι. Ξεθύμανα, και μετά έβαλα τα γέλια, αφήνοντάς τους και τους δυο άναυδους. «Μόνο εγώ θα τον χαίρομαι!» είπα. «Εσύ αν θέλεις μπορείς να κάτσεις σε μια γωνιά και να μας βλέπεις» συνέχισα, και η έκπληξή τους μεγάλωσε.


