Η κουνιάδα μου
Με σωβρακάκι εγώ και από πάνω ένα μπλουζάκι. Η Βάσω με μία μίνι φουστίτσα άσπρη και ένα μπλουζάκι χωρίς σουτιέν και οι ρόγες όρθιες. Έτσι που κάθισε απέναντί μου σε κάθε αλλαγή του ποδιού (σταυροπόδι), φαινόταν το άσπρο κιλοτάκι της. Κάτσε, λέω από μέσα μου, να κάνω ότι είμαι άνετος και δεν δίνω σημασία. Όπως ήμουν καθισμένος, ανοίγω τα ποδιά και αφήνω επίτηδες να φανεί κάτι από το σωβρακάκι μου, έτσι ώστε να δω την αντίδρασή της. Τότε ξεκίνησε την απογραφή και άρχισε να ρωτάει κι εγώ να απαντώ. Και ενώ είχε πάρει μία ροή το πράγμα, βλέπω με την άκρη του ματιού μου να παίρνει μάτι ανάμεσα στα ποδιά μου. Εγώ μιλώντας, όλο και τα άνοιγα. Την βλέπω και αλλάζει χρώμα αλλά το μάτι… εκεί κολλημένο, ανάμεσα στα μπούτια μου. Κάθομαι σταυροπόδι και αφήνω όλο το σύστημα να έχει βγει από έξω, τάχα μόνο του. Κτυπάει το κινητό της και αποφορτίζεται η κατάσταση. Ακούω ότι μιλάει με την υπεύθυνή της απογραφής και της λέει ότι τις καταστάσεις μπορεί να τις πάει και αύριο το πρωί στην στατιστική, στα κεντρικά. Όση ώρα μιλούσε εγώ τάχα άνετος μία σταυροπόδι και μία άνοιγα τα ποδιά μου. Κλείνει το τηλέφωνο και συνεχίζει τις ερωτήσεις.