Ήταν Σάββατο πρωί και στο κομμωτήριο του Αντουάν επικρατούσε πανικός. Τα σεσουάρ βούιζαν, τα σαμπουάν μοσχοβολούσαν και οι γυναίκες φλυαρούσαν. Συνήθως οι άντρες προτιμούν να κλείνουν ραντεβού για κούρεμα τα απογεύματα που έχει περισσότερη ησυχία, αλλά εγώ πάντα προτιμώ πρωί και μάλιστα Σάββατο για να χαζεύω με την ησυχία μου όλες τις γκόμενες που περιφέρονται, κομμώτριες, μανικιουρίστες και πελάτισσες.

Εκεί λοιπόν που έπινα τον εσπρέσσo μoυ και περίμενα υπoμoνετικά τη σειρά μου πήρε το μάτι μου κάτι πόδια, μα κάτι πόδια υπέροχα. Ήταν βουτηγμένα σε μια λεκάνη με νερό και η μανικιουρίστα ετοιμαζόταν να τους κάνει πεντικιούρ. Ανακάθισα και βολεύτηκα να απολαύσω το θέαµα. Δεν µπορούσα να δω καλά σε ποια ανήκαν αυτά τα καταπληκτικά πόδια γιατί µου την έκρυβε η καρέκλα µιας άλλης πελάτισσας, αλλά δε µ' ένοιαζε και πολύ. Το βίτσιο µου είναι τα γυναικεία πόδια και µάλιστα τα πέλµατα, µε λεπτά περιποιηµένα δάχτυλα και βαµµένα νύχια. Γι' αυτό και προτιµώ να πηγαίνω στου Αντουάν για κούρεµα. Εκεί έχει µια μανικιουρίστα την Αλίκη, µε µεγάλη πελατεία και όποτε πηγαίνω ευχαριστιέµαι µπανιστήρι.

Έβλεπα την Αλίκη να παίρνει στα χέρια της το πόδι της πελάτισσας και να του κάνει µασάζ. Πώς θα ήθελα να είµαι εγώ στη θέση της, να παίρνω στα χέρια µου αυτό το µικρό γλυκό ποδαράκι και να το χαϊδεύω! Ένοιωσα τον πούτσο µου να ξυπνάει µε τη σκέψη και µόνο. Με το βλέµµα µου καρφωµένο στα πόδια της άγνωστης η φαντασία µου οργίαζε. Ονειρευόµουν εµένα ξαπλωµένο κι εκείνη δίπλα µου µε το πόδι της να χαϊδεύει απαλά την ψωλή µου. Σκεφτόµουν τα µικρά δαχτυλάκια της να ακουµπούν πάνω στο πουτσοκέφαλο ή ν' ανεβοκατεβαίνουν στ' αρχίδια µου. Τη σκεφτόµουν ξαπλωµένη ανάσκελα µε τα πόδια της ανοιχτά τον πούτσο µου χωµένο βαθιά στο µουνί της και τα πέλµατά της ν' ακουµπούν στο στήθος µου και να τρίβει µε τα δαχτυλάκια της τις ρώγες µου.

Σηκώθηκα απότοµα από την πολυθρόνα µου και πήγα βιαστικά στην τουαλέτα. Έπρεπε να την παίξω επειγόντως. Δεν κρατιόµουν άλλο, έπρεπε να τραβήξω µια µαλακία για να συνέλθω. Έκλεισα την πόρτα πίσω µου βιαστικά, γύρισα το κλειδί και κατέβασα το φερµουάρ του παντελονιού µου. Τράβηξα από µέσα την ψωλή µου και παίρνοντάς την στη χούφτα µου έκλεισα τα µάτια και έφερα στο νου µου πάλι τα μικροσκοπικά δαχτυλάκια που απολάμβαναν το µασάζ της µανικιουρίστας, έξω στο σαλόνι του κοµµωτηρίου. Έπαιζα µε λύσσα την ψωλή µου όλο και πιο γρήγορα ενώ το µυαλό µου γέµιζε µε όλο και πιο καυλωτικές εικόνες. Όταν σκέφτηκα πως είχα τα δάχτυλα αυτά στο στόµα µου και τα πιπίλιζα ένα-ένα ένιωσα το σπέρµα µου να τινάζεται από το πουτσοκέφαλό µου. Σκουπίστηκα προσεκτικά, περίµενα ένα λεπτό να συνέλθω και µετά ξαναπήγα στο σαλόνι του κoµµωτηρίoυ να συνεχίσω το μπανιστήρι µου και να περιµένω τη σειρά µου για κούρεµα. Έριξα µια µατιά για να βεβαιωθώ πως η µανικιουρίστα συνέχιζε τη δουλειά της µε τηv ίδια πελάτισσα. Εκείνη την ώρα της έβαφε τα νύχια των υπέροχων αυτών ποδιών µ' ένα χρώµα κόκκινο της φωτιάς. Άναψα τσιγάρο, το καλύτερο πράγµα µετά από µια πετυχηµένη µαλακία και έγειρα πίσω στην πολυθρόνα µου. Σε λίγο ήλθε ο ίδιος ο Αντουάν και µου είπε πως είναι η σειρά µου να µε κoυρέψει. Φαίνεται πως η τύχη ήταν µε το µέρος µου γιατί µ' έβαλε να καθίσω σχεδόν δίπλα στην µαvικιoυρίστα κι έτσι µπορούσα να βλέπω και την κάτοχο των ποδιών. Ήταν µια στρουµπουλή κοκκινοµάλλα µε πολύ πικάντικο προσωπάκι, γελαστή και φλύαρη που όλο κάτι ψιλοκουβέντιαζε µε την µανικιoυρίστα. Όταν η Αλίκη πέρασε στα νυχάκια και το δεύτερο στρώµα βερνικιού είπε στην πελάτισσα της να µείνει στη θέση της µέχρι να στεγνώσει το χρώµα, µάζεψε τη λεκάνη και τα υπόλοιπα σύνεργα του πεντικιούρ και πήγε σε άλλη πελάτισσα. Η κοκκινοµάλλα έµεινε µόνη της. Ευκαιρία να πιάσω κουβέντα, σκέφτηκα, και χωρίς καθυστέρηση γύρισα ελαφρά προς την µεριά της και χαµογελαστά άρχισα να της µιλώ για τον καιρό. Μέχρι να τελειώσω το κούρεµα και να στεγνώσουν εντελώς τα νύχια της είχαµε πιάσει για τα καλά κουβέντα, µε τον Αντουάν να κάνει κι αυτός τα σχόλιά του.

Όταν σηκώθηκα από την πολυθρόνα µου και πήγα προς το ταµείο ο Αντουάν µε ακολούθησε και µου ψιθύρισε συνωµοτικά πως η κοκκινοµάλλα είχε χωρίσει πρόσφατα και ήταν µόνη της. Μια και φεύγαµε µαζί τη ρώτησα προς τα που πήγαινε και στη συνέχεια προσφέρθηκα να την εξυπηρετήσω, µια και ήταν ο δρόµος µου. Παπάρια ο δρόµος µου ήταν, ακριβώς στην αντίθετη µεριά από όπου πήγαινε εκείνη, αλλά όσο σκεφτόµουν τα κόκκινα φρεσκοβαµµένα δαχτυλάκια της και το µικρά τρυφερά ποδαράκια της, ήµουν ικανός να την πάω και στην άλλη άκρη της γης. Όταν φτάσαµε µπροστά στο σπίτι της χωρίς πολλές περιστροφές της είπα

«Κερνάς καφέ;» και σε πέντε λεπτά βρισκόµουν στο καθιστικό της. Πήγε στην κουζίνα για τον καφέ και την ακολούθησα. Καθώς είχε γυρισµένη την πλάτη της πήγα πίσω της και την αγκάλιασα. Έσκυψα και την φίλησα στη βάση του λαιµού της και την είδα να ανατριχιάζει. Κόλλησα στην πλάτη της µε τον πούτσο µου να ακουµπά στον πισινό της και να σηκώνεται και πάλι. Ένιωσε την σκληράδα µου και γυρίζοντας µ' αγκάλιασε τυλίγοντας τα χέρια της στη µέση µου.

«Μ' έχεις τρελάνει από την ώρα που είδα τα πόδια σου στο κοµµωτήριο», της είπα και από τον ήχο της φωνής µου κατάλαβε πως σοβαρολογούσα. Την έσφιξα περισσότερο πάνω µου και αισθάνθηκα τις ρώγες των βυζιών της να τρίβονται στο στήθος µου.

«Σε θέλω», της ψιθύρισα πάνω στα χείλη της. «Θα χυθεί ο καφές ... » µε προειδοποίησε και προσπάθησε να τραβηχτεί λίγο.

«Ποιος καφές, εδώ κοντεύω να χύσω εγώ µόνο που σε βλέπω», της απάντησα και την φίλησα στο στόµα. Ο καφές εκείνη την ώρα φούσκωσε, χύθηκε και έκανε µια κουζίνα χάλια. Πήρα το μπρίκι, το άφησα στο νεροχύτη, έσβησα το µάτι γρήγορα και την τράβηξα µαζί µου έξω από την κουζίνα.

«Από εδώ ... » είπε και µε οδήγησε στην κρεβατοκάµαρα. Πριν καθίσει στο κρεβάτι είχα κιόλας ξεκουµπώσει το πουκάµισό µου. Πήγε να γδυθεί αλλά τη σταµάτησα λέγοντάς της,« ... άσε µε να σε γδύσω εγώ σε παρακαλώ». Έβγαλα τα ρούχα µου βιαστικά και µετά άρχισα να την γδύνω φιλώντας κάθε κοµµάτι της σάρκας της που γύµνωνα. Είχε πολύ θηλυκό κορµί, όλο καµπύλες. Δεν ήταν γυναίκα για φωτογράφηση µόδας αλλά σίγουρα ήταν γυναίκα για κρεβάτι. Τελευταία της έβγαλα τα παπούτσια της και γονατίζοντας πήρα τα πόδια της και αφού τα χάιδεψα για πολύ ώρα µετά έβαλα στο στόµα µου τα δάχτυλά της και άρχισα να τα πιπιλάω. Την καύλωσε πολύ αυτό που της έκανα, όλες τις καυλώνει να τους γλείφω τα δάχτυλα. Τη ξάπλωσα ανάσκελα και ανέβηκα πάνω της. Με τράβηξε κοντά στο πρόσωπό της και πήρε την ψωλή µου στο στόµα της. Έκανε πολύ γλυκό τσιµπούκι. Με τα νύχια της γρατζoυνoύσε πολύ απαλά τ' αρχίδια µου όση ώρα µου ρουφούσε τον πούτσο µου. Δεν ήθελα να χύσω ακόµα γι' αυτό τραβήχτηκα από το στόµα της.

«Τι συµβαίνει, σε πόνεσα;» µε ρώτησε ανήσυχη, «όχι µουνάρα µου, απλά θέλω να σε
γαµήσω, δεν µου αρκεί µόνο να σε τσιµπουκώσω», της εξήγησα.

« Έχεις πρoφυλακτικό µαζί σου;» µε ρώτησε και για µια στιγµή κόλλησα.
« Όχι, δεν έχω, που να φανταστώ όταν ξεκινούσα για το κοµµωτήριο πως θα συναντούσα ένα πλάσµα σαν εσένα», της είπα στεναχωρηµένος.

«Καλά µη σκας, έχω εγώ, στο πρώτο συρτάρι του κοµοδίνου µου». Άνοιξα το συρτάρι της βρήκα ένα προφυλακτικό, το φόρεσα και στάθηκα ανάµεσα στα πόδια της. Η ψωλή µου στεκόταν περήφανη και παλλόταν έτοιµη να γαµήσει αυτό το καταπληκτικό µουνί που είχα µπροστά µου. Της ανασήκωσα τη λεκάνη και ακούµπησα το πουτσοκέφαλο µου στα µουνόχειλα της.

«Είσαι βρεγµένη, το µουνί σου είναι µουσκεµα», της είπα.
«Ναι καύλωσα πολύ όταν άρχισες να µου γλείφεις τα δάχτυλα των ποδιών µου», την άκουσα να µου λέει. «Αλήθεια καυλιάρα µου, σ' αρέσει να σου γλείφουν τα πόδια», τη ρώτησα µην πιστεύοντας στ' αυτιά µου.

«Ναι πεθαίνω από καύλα και πρόσεξα πιο µπροστά στο κοµµωτήριο πως κοιτούσες διαρκώς τα πόδια µου», µου εξοµολογήθηκε η κοκκινοµάλλα. Έσπρωξα τον πούτσο µου στο καυτό µουνί της και παίρνοντας τις πατούσες της, τις ακούµπησα πάνω στο στέρνο µου. Άρχισα να την γαµάω γρήγορα και βαθιά. Εκείνη αναστέναζε, βογκούσε και η καύλα της µεγάλωνε κάθε λεπτό. «Τι θερμή γκόμενα είσαι εσύ µουνάρα µου», της είπα γεµάτος θαυµασµό και την άκουσα να µε παρακαλάει να της γλείψω πάλι τα πόδια. Πήρα το ένα πόδι το πλησίασα στο στόµα µου και χωρίς να σταµατήσω να την γαµάω άρχισα να της γλείφω την πατούσα. Τρελάθηκε στην καύλα η γκόµενα και την άκουσα να µου λέει πως θα χύσει.
Τι κελεπούρι ήταν αυτό που µου είχε τύχει. Η γυναίκα ήξερε να γαµιέται, ήξερε να κουνηθεί, και µε τρέλαινε µιλάµε. Πήρα το µεγάλο της δάχτυλο και το έχωσα στο στόµα µου. Άρχισα να το ρουφάω όπως ρουφούσε λίγo πριν εκείνη την ψωλή µου. Λες κι αυτό ήταν που περίµενε, άρχισε να φωνάζει: «χύνω, δάγκωσέ µου το δάχτυλo, χύνω». Τα δόvτια µου δάγκωσαν το βαµµένο νύχι της και οι πρώτοι σπασµοί της έσφιξαν τον πούτσο µου. Τα δάχτυλά του άλλου της ποδιού έσφιξαν τη ρώγα των βυζιών µου και η καύλα µου µεγάλωσε τόσο που ένιωσα το σπέρµα µου να κοχλάζει και να βγαίνει µε πίεση. Μετά από λίγo ξάπλωσα δίπλα της να ξαναβρώ την ανάσα µου, άπλωσα το χέρι µου την πήρα στην αγκαλιά µου και γελώντας την ρώτησα: «Αλήθεια πως σε λένε; Με καύλωσες τόσο πολύ που δεν πρόλαβα να σε ρωτήσω». Σκασµένη στα γέλια µου απάντησε: «Μαριάwα»
Click here for more!