{tab=Α Μέρος}
Όταν διάβασα για πρώτη φορά στο διαδίκτυο ερωτική ιστορία αιμομικτικού περιεχομένου, παρά τη θέλησή μου, καύλωσα....κατάλαβα ότι με ερέθιζε πολύ η αίσθηση του ασυνήθιστου και του απαγορευμένου, του ένοχου μυστικού που έβγαινε από αυτές τις ιστορίες... Κυρίως με ξετρέλαιναν οι ιστορίες αποπλάνησης μεταξύ θείου και ανιψιάς...κι αυτό γιατί μου έφερναν στο μυαλό το δικό μου θείο, τον θείο Παναγιώτη.

Ο θείος μου ο Παναγιώτης είναι ο άντρας της θείας μου της Ελένης (αδελφής της μητέρας μου), ένας πενηντάρης σαν κανέναν από όσους έχω γνωρίσει μέχρι σήμερα. Άνθρωπος διαβασμένος και σοφιστικέ, αλλά ταυτόχρονα πολύ φιλικός, άμεσος και αγαπησιάρης. Στην εμφάνιση γοητευτικός, όχι ιδιαίτερα όμορφος, πολύ εύσωμος και πρασινομάτης, με σκούρα γκρίζα μαλλιά, αλλά δεν υπήρχε άνθρωπος που μπορούσε να αντισταθεί στη γοητεία της προσωπικότητάς του...κι εγώ από μικρή τον συμπαθούσα και τον θαύμαζα. Η επαγγελματική του καταξίωση του είχε επιτρέψει να αγοράσει ένα τεράστιο σπίτι στα βόρεια προάστια, μια ωραία βίλα στην Ανάβυσσο δίπλα στην οποία είχαμε χτίσει κι εμείς, και άλλα πολλά που τον έκαναν αντικείμενο ζήλιας μέσα στο σόι.

Εγώ από τη μεριά μου, είχα κάνει μόνο δυο-τρεις σχέσεις με αγόρια της ηλικίας μου μέχρι τώρα, που είμαι 25 χρονών, κι αυτό γιατί είμαι ιδιαίτερα εκλεκτική στα γούστα μου....πάντα έψαχνα έναν άντρα να με προκαλέσει εγκεφαλικά, να κυριαρχήσει στο μυαλό μου, να με τρελάνει. Πολύ δύσκολο να το βρεις αυτό στους συνομήλικούς σου...γι αυτό και απολάμβανα να ρίχνω χυλόπιτες σε διάφορα μαγκάκια και λοιπά αγοράκια που μου πουλούσαν μούρη ή το έπαιζαν ευαίσθητοι και ρομαντικοί. Ποτέ δεν είχα πρόβλημα να αρέσω στους άντρες, καθώς όλοι γοητεύονταν από τα μακριά κόκκινα μαλλιά μου, τα μεγάλα καστανά μάτια μου, το γλυκό και σχεδόν παιδικό πρόσωπό μου που με κάνει να δείχνω μικρότερη απ ότι είμαι, και το χυτό καμπυλωτό κορμί μου.... Πώς όμως έφτασα εγώ, το απαιτητικό μουνάκι, να κάνω στα κρυφά απαγορευμένες σκέψεις για τον ίδιο μου το θείο? Ολα άρχισαν περίπου ένα χρόνο πριν, όταν αποφάσισα να περάσω το Σαββατοκύριακό μου στο εξοχικό μας στην Ανάβυσσο παρέα με τον τότε γκόμενό μου, το Γιώργο. Πράγματι, πήγαμε εκεί, στα κρυφά από τους γονείς μου γιατί δε γουστάρω πολλές ερωτήσεις. Ηταν καλοκαίρι....την πρώτη μέρα λοιπόν, δηλαδή το Σάββατο, φτάσαμε μεσημεράκι και πήγαμε για μπάνιο. Εκανα άφθονη ηλιοθεραπεία (μου αρέσει πολύ να βλέπω τα σημάδια από το μαγιώ πάνω στο κορμί μου). Ολη την ώρα που είμαστε στη θάλασσα ο Γιώργος με καύλωνε....έβαζε το χέρι του κάτω από το μαγιό μου και χάιδευε απαλά το μουνάκι μου, ψιθυρίζοντάς μου πόσο το γουστάρει έτσι φρεσκοξυρισμένο...μου έτριβε γλυκά την κλειτορίδα με τα δάχτυλά του και μετά τα έχωνε μέσα στο μουνάκι μου, λέγοντάς μου ότι θέλει τρελά να το γαμήσει...εγώ σφιγγόμουν πάνω του και ένιωθα τον πούτσο του να έχει σκληρύνει απίστευτα, να είναι έτοιμος για δράση....

Περιττό να πώ ότι δε μείναμε πολύ. Πήγαμε στο σπίτι μου τρέχοντας σχεδόν....ο ήλιος, η θάλασσα και τα χάδια του Γιώργου με είχαν καυλώσει τόσο, που δεν φτάσαμε καν μέχρι το κρεβάτι...μπαίνοντας στον κήπο του σπιτιού, αρχίσαμε να φιλιόμαστε με πάθος και τον έσπρωξα να καθήσει πάνω στη μεγάλη κουνιστή πολυθρόνα του κήπου. Εκείνος με τράβηξε πάνω του και παραμερίζοντας το μαγιό μου, άρχισε να ρουφά και να πιπιλίζει με πάθος τις ρώγες μου....είχα τρελαθεί και κατέβαλα μεγάλη προσπάθεια να μην ουρλιάξω από καύλα βλέποντας τον χωμένο ανάμεσα στα βυζάκια μου και νιώθοντας τις ρώγες μου σκληρές κάτω από τη γλώσσα του...γλίστρησα προς τα κάτω, ανάμεσα στα γόνατά του και άρχισα να τον τσιμπουκώνω. Ο πούτσος του ήταν μακρύς, αλλά όχι πολύ φαρδύς, και υπερευαίσθητος. Με το που τον άγγιζα, σηκωνόταν....τώρα ήταν σκληρός σαν πέτρα και παλλόταν μέσα στην παλάμη μου....δεν άντεχα άλλο, ανασηκώθηκα, κάθησα πάνω του και πήρα όλο το καυλί του μέσα στο μουνί μου που έκαιγε. Εκείνος με έσφιξε πάνω του... «Μωράκι μου, είναι τρέλα το μουνάκι σου, θα σου το ανοίξω με τον πούτσο μου» και άλλα τέτοια, ενώ εγώ άρχισα να ανεβοκατεβαίνω πάνω του με λαχτάρα...ήθελα ο πούτσος του να με πονέσει, να σβήσει την καύλα μου....τα υγρά μου κυλούσαν ασταμάτητα καθώς τον έπαιρνα διαδοχικά μέσα έξω στο μουνί μου, σα να γαμούσα ένα φίδι....τον έσφιγγα πάνω στο λαιμό και στο στήθος μου καθώς γαμιόμασταν δυνατά με τρελό ρυθμό κι εκείνος με φιλούσε...

Μετά από δέκα λεπτά περίπου τον ένιωσα να σφίγγεται και να τρέμει.... «Χύνω μωρό μου, σου χύνω στο μουνάκι» βόγκηξε και πραγματικά, σχεδόν αμέσως ένιωσα τα βάθη του μουνιού μου να γεμίζουν από τα καυτά χύσια του....τον κράτησα σφιχτά μέχρι να ηρεμήσει και μετά τον ξεκαβάλησα αργά, ενώ εκείνος βαριανάσαινε ακόμα. Δεν είχα χύσει και ήμουν σε υπερένταση. Ασε που ήθελα κι άλλο γαμήσι.... Εκλεισα τα μάτια για μια στιγμή, με τη σκέψη ότι ο Γιώργος είχε καταλάβει ότι δεν είχα χύσει και θα προσφερόταν να με γλείψει...Μόλις τα άνοιξα ξανά όμως, ανακάλυψα με έκπληξη ότι είχε σηκωθεί όρθιος, τελείως ήρεμος και έφτιαχνε το μαγιό του. «Μωράκι μου πεινάω σα λύκος...έχει τίποτα στο ψυγείο?» με ρωτάει σα να μην τρέχει τίποτα. «Δε νομίζω....θα πρέπει να φάμε έξω..μα..» άρχισα να λέω, ξεροκαταπίνοντας από έκπληξη. «ΟΚ», μου λέει «πάω να κάνω ένα ντουζάκι και φεύγουμε» και πριν προλάβω να πω τίποτε άλλο, μπαίνει στο σπίτι και με αφήνει σύξυλη.

Ακούμπησα το κεφάλι μου στην πλάτη της πολυθρόνας εξουθενωμένη. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Γιώργος έδειχνε τέτοια αναισθησία. Και να σκεφτείς ότι τις προάλλες καβγαδίσαμε επειδή επέμενε να κάνουμε πρωκτικό κι εγώ αρνιόμουν. Σιγά μην έδινα την παρθενιά του κώλου μου σε αυτόν. «Δεν έχει γεννηθεί ακόμα ο άντρας που αξίζει να του δώσω κώλο» του είπα πάνω στα νεύρα μου και αυτός φυσικά έγινε έξαλλος. Και να που είχα δίκιο.

Επρεπε να χύσω επειγόντως, αλλιώς δε θα συνερχόμουν από αυτήν την ένταση. Ανοιξα τα πόδια μου, σάλιωσα το δάχτυλό μου και άρχισα να παίζω γρήγορα το μουνάκι μου, που έσταζε ακόμη χύσια....ήταν τόσο ερεθισμένο, που μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα άρχισε να χύνει έντονα, με κύματα ηδονής που με πλημμύρισαν σε όλο μου το κορμί κι εγώ δάγκωσα δυνατά τα χείλια μου για να μη φωνάξω και με ακούσουν οι γείτονες μεσημεριάτικα....

Αυτό που δεν είχα αντιληφθεί λοιπόν καθ όλη τη διάρκεια αυτής της σκηνής, ήταν ότι ο θείος μου με παρακολουθούσε από τον κήπο του δικού του σπιτιού, που ήταν κολλητά δίπλα στο δικό μας. Είχε έρθει μόνος του για μια μέρα προκειμένου να τακτοποιήσει κάποιο πρόβλημα του σπιτιού τους, μας άκουσε που κάναμε έρωτα και βγήκε να δει τι συνέβαινε. Κρυμμένος πίσω από τις άγριες τριανταφυλλιές του τα είχε δει όλα.....και την επόμενη μέρα (Κυριακή) που τον είδα, μου το αποκάλυψε χαμογελώντας με νόημα....

Χαμήλωσα το κεφάλι μου αμήχανη. Εντάξει, ο θείος μου ήταν ανοιχτόμυαλος και μοντέρνος άνθρωπος, μέχρι τότε εκφραζόμασταν αρκετά ελεύθερα, κάναμε πλάκα, αλλά άλλο αυτό και άλλο να με δεί να γαμιέμαι. Ηταν αδέξια στιγμή και ένιωθα άσχημα. Παρ όλ αυτά το έριξα στην πλάκα, λέγοντας ότι «και συ υπήρξες νέος θειούλη μου και ξέρεις πως είναι να παρασύρεσαι από τη στιγμή». Εκείνος χαμογέλασε πάλι, γελούσε πάντα με τα αστεία μου, και μου είπε ότι ναι, καταλαβαίνει. Αμέσως αισθάνθηκα καλύτερα και τον κοίταξα ζεστά. Ηξερα ότι δε θα μου δημιουργούσε πρόβλημα με αυτό που είδε. Ομως ξαφνικά τον είδα να σοβαρεύει. «Να σου δώσω μια συμβουλή?» μου λέει και εγώ είπα ναι, περιμένοντας να μου πεί άλλη φορά να είμαι πιο προσεκτική ή κάτι τέτοιο. Ομως τα λόγια του με εξέπληξαν. «Να μην μπλέκεις με άντρες της ηλικίας σου...είναι ακόμα κοκκοράκια και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν αληθινά κάποια, που είναι τόσο γυναίκα όσο εσύ».

Κόκαλο εγώ! Ο θείος μου με κοίταζε σταθερά και διαπεραστικά λες κι έβλεπε μέσα μου....για πρώτη φορά δε με κοίταζε σα θείος, αλλά σαν άντρας, σαν ένας ώριμος και έμπειρος με τις γυναίκες άντρας που ήταν, και για μια στιγμή είδα καθαρά μια σπίθα λαγνείας στα μάτια του. Για πρώτη φορά αντιλήφθηκα πόσο αρρενωπός άντρας ήταν και γιατί η θεία μου τον είχε ερωτευτεί τρελά και ήταν ακόμα ερωτευμένη μαζί του, μετά από δεκαπέντε χρόνια γάμου.

Ύστερα από εκείνη τη μέρα κάτι άλλαξε στη σχέση μου με το θείο μου. Ηταν κάτι που ποτέ δεν ειπώθηκε με λόγια, αλλά υπήρχε στον αέρα, αιωρούνταν ανάμεσά μας κάθε φορά που συναντιόμασταν έκτοτε σε οικογενειακές συγκεντρώσεις και μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων. Υπήρχε πάντα αυτή η σπίθα στα μάτια του, η φλόγα μιας επιθυμίας ελεγχόμενης και κατά το δυνατόν διακριτικής, αλλά ολοζώντανης, που η λογική μου κάποιες φορές την αμφισβητούσε, αλλά το κορμί μου ανταποκρινόταν απόλυτα σε αυτή, αναριγώντας κάθε φορά που εκείνος με άγγιζε δήθεν συγγενικά... Εκείνος το είχε καταλάβει αυτό και με έπαιζε, με έπαιζε ήρεμα και το απολάμβανε, έλεγχε το παιχνίδι και με έκανε κάθε φορά που τον έβλεπα να λιγώνομαι, να καταλήγω να χύνω μόνη μου για πάρτη του, να παίζω ξανά και ξανά το μουνάκι μου και να φαντάζομαι εκείνον να με γαμάει, να με γλείφει, να με πονάει, να μου τα παίρνει όλα.....

Ετσι κύλησε ένας χρόνος και ήρθε πάλι καλοκαίρι. Χώρισα με το μαλάκα το Γιώργο και έπεσα με τα μούτρα στην εξεταστική. Μετά από ένα σερί αρκετών μαθημάτων αποφάσισα να πάω τριήμερο (ΠΣΚ που λένε) στο εξοχικό να κάνω κανένα μπανάκι, να ηρεμήσω και να πάρω δυνάμεις για το επόμενο μάθημα. Ηταν μια ιδιαίτερα στρεσσαρισμένη και καταπιεσμένη από τις υποχρεώσεις φάση της ζωής μου και θα ήμουν έτοιμη για μια οποιαδήποτε τρέλα, προκειμένου να νιώσω λίγο ελεύθερη. Και πράγματι, μάζεψα τα απαραίτητα και την «έκανα» για την Ανάβυσσο. Ολόκληρο το σπίτι θα ήταν δικό μου και θα περνούσα υπέροχα.

Δυστυχώς η χαρά μου κράτησε για λίγο, καθώς οι γονείς μου μου ανακοίνωσαν ότι θα ερχόντουσαν το Σάββατο. Στράβωσα αρκετά που θυμήθηκαν τώρα ότι θέλουν να ξεσκάσουν, αλλά τα νεύρα μου εξατμίστηκαν όταν μου είπαν ότι «θα έρθει και η θεία Ελένη με τον θείο Παναγιώτη». Η ησυχία μου θα πήγαινε στον αγύριστο, αλλά τουλάχιστον θα το απολάμβανα....

Μπροστά στους γονείς μου και στη θεία μου η συμπεριφορά του ήταν τυπικά συγγενική, χωρίς να διαφέρει καθόλου από κάθε άλλη φορά που βρισκόμασταν μαζί στο εξοχικό...το ίδιο και η δική μου. Πού να ήξεραν όμως όλοι αυτοί την κρυφή χαρά που ένιωθα μέσα μου, πόσο μοναδικά συναρπαστική ήταν αυτή η αίσθηση του μυστικού που εγώ και ο θείος μου μοιραζόμασταν σιωπηλά.... Πήγαμε για μπάνιο στη θάλασσα και όση ώρα μείναμε εκεί, ζήτημα να ανταλλάξαμε δέκα λέξεις οι δυό μας, κι αυτές για άσχετο θέμα. Ομως κάτι μέσα μου μού έλεγε πως, όση ώρα απολάμβανα τον ήλιο ξαπλωμένη νωχελικά, κι ενώ αγκάλιαζε τη θεία μου, μέσα από τα μαύρα γυαλιά του ο θείος Παναγιώτης κάρφωνε το βλέμμα του πάνω μου...το ένιωθα να με διαπερνά, να με γδύνει, να αναζητά κάτω από το μαύρο μπικίνι μου όλα όσα είχαν αποκαλυφθεί μπροστά στα μάτια του εκείνη τη μέρα στον κήπο... Αλλά κι εγώ τον κοίταζα με τον ίδιο τρόπο και κάποια στιγμή που στεκόταν, διέκρινα κάτω από το πράσινο μαγιό του ένα εντυπωσιακό φούσκωμα... Ο θείος μου προφανώς είχε πλούσια τα ελέη...η σκέψη αυτή επιβεβαίωνε αυτό που υπήρχε μόνο στη φαντασία μου, αναστατώθηκα κι έσπευσα να μπω στη θάλασσα για μια βουτιά να ηρεμήσω....

Εκείνο το βράδυ η θεία μου συγκέντρωσε στην παραλία κάποιους οικογενειακούς φίλους με κιθάρες και μπίρες και έγινε χαμός....άρχισαν με ελληνικά ελαφρολαϊκά και λαϊκά και μετά το έριξαν στα ρεμπέτικα, οπότε και παραλίγο να τους βρει το ξημέρωμα. Εγώ αποφάσισα να τιμήσω την παρέα τους γύρω στα μεσάνυχτα, αφού είχα πιεί καναδυό ποτά με μια άλλη δική μου παρέα. Οταν πήγα, είχαν ήδη κατεβάσει τρεις μπίρες ο καθένας και κάθονταν σκόρπιοι σε καρέκλες και ξαπλώστρες τραγουδώντας... Φυσικά εντόπισα το θείο μου που καθόταν μόνος του σε μια ξαπλώστρα και κάθησα δίπλα του. «Ξέρετε να το γλεντάτε εσείς οι παππούδες» τον πείραξα γλυκά κι εκείνος γέλασε. Αρχισε να τραγουδάει με τη μπάσα, μελωδική φωνή του ένα τραγούδι του Μητροπάνου, σιγοντάροντας τους άλλους, και πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους μου.

Αν και είχα προνοήσει να φορέσω ένα τζην μπουφάν που κρατούσε τη νυχτερινή ψύχρα, η κίνηση αυτή με ανατρίχιασε από την κορυφή μέχρι τα νύχια.... Εκείνος γύρισε και με κοίταξε χαμογελώντας και συνέχιζε να τραγουδάει. Είμαστε γυρισμένοι στο πλάι σε σχέση με τους άλλους και μέσα στο σκοτάδι η σιλουέτα του έκρυβε τη δική μου. Χωρίς να το πολυσκεφτώ, έγειρα το κεφάλι μου στον ώμο του και σφίχτηκα πάνω του. Εμεινα έτσι να τον ακούω... Τώρα το τραγούδι είχε αλλάξει και μια γυναικεία φωνή τραγουδούσε «Συ μου χάραξες πορεία, εσύ γλυκιά, εσύ γλυκιά μου αμαρτία....» Ταράχτηκα. Ξαφνικά η σωματική επαφή με το θείο μου έγινε βασανιστική....σήκωσα το βλέμμα και κοιταχτήκαμε με ένταση. Την επόμενη στιγμή με τράβηξε και κόλλησε το στόμα του στο δικό μου.

Τι ήταν αυτό Θεέ μου...με πλημμύρισε απερίγραπτη γλύκα και προστυχιά μαζί... Με φίλησε απαιτητικά, με θράσος σχεδόν, παίρνοντας αυτό που ήθελε εκείνος, βάζοντας τη γλώσσα του βαθιά στο στόμα μου, ρουφώντας τα χείλια μου με έξαψη....αυτόματα ένιωσα το μουνάκι μου να πλημμυρίζει με υγρά που πετάχτηκαν σαν πίδακας. Σα να κράτησε έναν αιώνα αυτό το φιλί, αλλά ταυτόχρονα και πολύ λίγο...Ανταποκρίθηκα με τρέλα και όταν τελείωσε το φιλί, έμεινα να τον κοιτάζω ξέπνοη. Αν και είχε ερεθιστεί, τραβήχτηκε μακριά μου γιατί θα καρφωνόμασταν. Σηκώθηκα επιστρατεύοντας όλη μου την αυτοκυριαρχία, έγνεψα καληνύχτα σε όλους (που δε διέκοπταν το τραγούδι τους) και απομακρύνθηκα βιαστικά, με το υγρό στριγκάκι μου να έχει κολλήσει στο μουνάκι....

Οταν πήγα στο δωμάτιό μου, δεν μπορούσα να ηρεμήσω....πέταξα τα ρούχα μου και τριγύριζα πάνω κάτω σα φυλακισμένο αγρίμι....τέτοια φωτιά μου είχε ανάψει, τέτοια λαχτάρα να γαμηθώ, που σχεδόν δεν έβλεπα μπροστά μου. Αρπαξα το αποσμητικό roll-on μου, έσβησα όλα τα φώτα και έπεσα στο κρεβάτι.....με μια κίνηση το έχωσα σχεδόν όλο βαθιά στο μουνί μου, που το δέχτηκε με απερίγραπτη καύλα....άρχισα να το κουνάω μέσα έξω με μανία σα να ήταν πούτσος, ενώ με το άλλο χέρι μου έπαιζα την πρησμένη κλειτορίδα μου....μέσα σε ένα λεπτό έχυνα, έχυνα για το θείο μου που με καύλωσε φωνάζοντας ξεδιάντροπα, έχυνα τρέμοντας σύγκορμη κι εγώ δεν ξέρω για πόση ώρα....το σεντόνι είχε γίνει μούσκεμα από τα υγρά μου που έσταζαν, αλλά δε με ένοιαζε. Εμεινα ακίνητη με τα μάτια ανοιχτά στο σκοτάδι και τελικά ο ύπνος με πήρε αφού είχε χαράξει.

Την επόμενη μέρα με ξύπνησε η φωνή της μητέρας μου... «Μαρία, εμείς πάμε για μπάνιο, θα έρθεις;» μου φώναξε. «Μετά» φώναξα εγώ με το κεφάλι κάτω από το μαξιλάρι. Για αρκετή ώρα μετά κανείς δε με ενόχλησε κι όταν τελικά αποφάσισα να σηκωθώ είχε μεσημεριάσει για τα καλά. Φόρεσα ένα κοντό νυχτικάκι (είχα κοιμηθεί γυμνή), έφτιαξα έναν καφέ και βγήκα στο μπαλκόνι μου να τον απολαύσω. Το μπαλκόνι είχε θέα στη θάλασσα και ξεχώρισα στην παραλία τη χρωματιστή ομπρέλα της θείας μου. Αυτομάτως αισθάνθηκα ένα αγγελάκι κι ένα διαβολάκι να κάθονται στους ώμους μου...και κατά προβλέψιμο τρόπο, η θύμηση του φιλιού με έκανε να ταυτίζομαι περισσότερο με το διαβολάκι. Τα έδιωξα όλα από το μυαλό μου και μπήκα στο μπάνιο μην έχοντας αποφασίσει τι θα έκανα τελικά. Εκανα ένα ντους, την πρωινή μου περιποίηση και επέστρεψα στο δωμάτιό μου.

Ενα δυνατό σοκ με περίμενε καθώς μπήκα στο δωμάτιο....ο θείος Παναγιώτης στεκόταν εκεί και με περίμενε! Με κοίταξε χωρίς να πει λέξη και το στομάχι μου σφίχτηκε βίαια. Εκλεισα την πόρτα κι έπεσε ο ένας στη αγκαλιά του άλλου....άρχισε να με φιλάει παντού, στο στόμα, στα μάγουλα, στο λαιμό, στους ώμους, να με δαγκώνει, να με γρατζουνάει με τα γένια του, να με σφίγγει πάνω του έξαλλα...ήταν τέτοια η επίθεση που αν δε με κρατούσε σφιχτά από το γυμνό μου κωλαράκι, που το χούφτωνε δυνατά κάτω από το νυχτικάκι μου, θα είχα πέσει κάτω. Ξαφνικά, βρήκε πάλι τον έλεγχό του κι έκανε ένα βήμα πίσω. «Θα σε γαμήσω ανιψούλα μου» μου ψιθύρισε με πάθος. Με κοίταζε πρόστυχα, με μισόκλειστα μάτια. Εγώ είχα αποσβολωθεί. Τώρα έβλεπα ότι δεν ήξερα πού έμπλεκα, ότι το παιχνίδι ήταν επικίνδυνο, αλλά ήμουν αποφασισμένη να το παίξω μέχρι το τέλος, να γευτώ χωρίς ενοχές την καύλα που λαχταρούσα όλον αυτόν τον καιρό....

«Ναι θείε μου...θέλω να με πάρεις, να με κάνεις δικιά σου» του ψιθύρισα υποτακτικά. Είχαμε φουντώσει τόσο πολύ και οι δύο με την αίσθηση του απαγορευμένου, που θέλαμε να το νιώσουμε μέχρι το μεδούλι...ο θείος μου βαριανάσαινε και το πρόσωπό του άρχισε να κοκκινίζει από έξαψη. Εβαλε τα χέρια του στους ώμους μου και με έσπρωξε προς τα κάτω. Γονάτισα μπροστά του. Το γνωστό εντυπωσιακό φούσκωμα διαγραφόταν κάτω από τη βερμούδα του. «Πάρε πίπα στο θείο σου», με πρόσταξε βραχνά. Κατέβασα προσεκτικά τη βερμούδα με τα δυό μου χέρια και ο ερεθισμένος πούτσος του πετάχτηκε έξω σε όλο του το μεγαλείο, μπροστά στο πρόσωπό μου. Τον έκλεισα σφιχτά στο χέρι μου και ο θείος μου βόγκηξε. Εμεινα να τον κοιτάζω για λίγο με θαυμασμό....τι εκπληκτικό εργαλείο! Ενα σώμα μακρύ και χοντρό, χωρίς ίχνος τριχοφυίας, παρά μόνο με λίγες λεπτές φλέβες στη βάση του, που κατέληγε σε ένα ολοστρόγγυλο και κατακόκκινο κεφάλι...και δυο μεγάλα αρχίδια, σκληρά κι αυτά σαν πέτρα από καύλα, που καλύπτονταν από αραιές γκρίζες τριχούλες. Μια βαριά αντρική μυρωδιά έφτασε στα ρουθούνια μου και με ερέθισε... Ο πούτσος του ώριμου θείου μου....τώρα μου προσφερόταν!

Με την άκρη της γλώσσας μου μάζεψα μια αλμυρή σταγόνα που ξεπρόβαλλε στο άνοιγμα της ουρήθρας του....ο θείος τινάχτηκε και βάζοντας τα χέρια του στο κεφάλι μου, με έσπρωξε να τον πάρω ολόκληρο στο στόμα μου. Υπάκουσα και κοιτάζοντάς τον κατευθείαν στα μάτια, άρχισα να τον γλείφω αργά και ηδονικά για ώρα πολλή.... πότε τον ρουφούσα απολαυστικά σα γλειφιτζούρι και πότε τον έβγαζα έξω από το στόμα μου, παίζοντας με την άκρη της γλώσσας μου την ευαίσθητη περιοχή γύρω και κάτω από το πουτσοκέφαλό του. Κρατώντας με σταθερά με τα δυό του χέρια, ο θείος έδινε στο τσιμπούκι το ρυθμό που ήθελε εκείνος, μου γαμούσε έμπειρα το στόμα και δεν ξεκόλλαγε τα μάτια του από πάνω μου...«Αχ, τι πουτάνα ανιψούλα που έχω!» ψιθύριζε ερωτιάρικα και μου χάιδευε τα μαλλιά....πήρα μια βαθιά ανάσα και βύθισα τον πούτσο του ολόκληρο στο στόμα μου μέχρι το λαιμό.... ένιωσα το πρησμένο πουτσοκέφαλο να χτυπάει στο λαρύγγι μου και να με πνίγει, αλλά συνέχισα να ρουφάω αργά και δυνατά, ενώ με το άλλο μου χέρι χάιδευα και ζουλούσα απαλά τα αρχίδια του....«Πουτανάκι, πώς ξέρεις να παίρνεις πίπες» βογκούσε, καθώς άρχιζε να αγριεύει από την καύλα...«μικρή μου τσιμπουκλού....»

Εγώ βρισκόμουν σε άλλο κόσμο από έξαψη και άγρια ευτυχία...δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ο θείος μου, αυτός ο πολιτισμένος και αξιαγάπητος άντρας, μου συμπεριφερόταν τώρα με τόση προστυχιά και με αποκαλούσε «πουτανάκι», εμένα, την αγαπημένη του ανιψιά...το μουνάκι μου έσταζε πλημμυρισμένο με τα υγρά του κι εγώ συνέχιζα σταθερά το έργο μου, βγάζοντας μικρά βογκητά ηδονής. Ξετρελλάθηκε...ένα κομμάτι σίδερο είχε γίνει το καυλί του στη χούφτα μου. «Σου αρέσουν οι μεγάλοι πούτσοι τσουλάκι? Γουστάρεις να τσιμπουκώνεις ώριμους άντρες? Τους καυλώνεις για να σε γαμήσουν?» με ρώτησε αγριεμένος και καθώς δεν απάντησα, σηκώνει ξαφνικά το χέρι και μου αστράφτει ένα χαστούκι! Εβγαλα μια κραυγή από ξάφνιασμα αλλά και πόνο, γιατί ο θείος είχε βαρύ χέρι. Ομως πριν προλάβω να πω λέξη, με άρπαξε και με πέταξε με δύναμη στο κρεβάτι. «Τωρα θα δεις τι θα πάθεις πουτανάκι» βρυχήθηκε. Για μια στιγμή τρόμαξα. Το μάτι του είχε θολώσει. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι είχε και μια τέτοια πλευρά....

Με μια κίνηση έβγαλε τελείως τη βερμούδα του και έμεινε ολόγυμνος. Κατόπιν τράβηξε βίαια και το δικό μου νυχτικάκι. Με γύρισε μπρούμυτα και με έστησε στα τέσσερα....με μια απότομη κίνηση, ο πούτσος του με εμβόλισε και τον ένιωσα να χώνεται ολόκληρος στα βάθη του μουνιού μου. Ενα δυνατό «Ααχ!» μου ξέφυγε...ήμουν υγρή, αλλά το πάχος του εργαλείου του με πόνεσε. Ο θείος μου άρχισε να με γαμάει σκληρά, κρατώντας με από τους γοφούς με τα δυό του χέρια. Μια, δυό, τρεις ωθήσεις του και συνήθισα το μέγεθός του...ο πόνος συγχωνεύτηκε με την πιο δυνατή καύλα που είχα γευτεί ποτέ, τόσο δυνατή που με ζάλισε.

«Γουστάρεις καριολίτσα? Βλέπεις πώς γαμάνε οι αληθινοί άντρες?» μου έλεγε βραχνά, χουφτώνοντας έμπειρα τα βυζάκια μου, τσιμπώντας τις ρώγες με μανία... Αρχισα να κουνιέμαι κι εγώ μπρος πίσω, σε συγχρονισμό μαζί του, τουρλώνοντας το κωλαράκι μου. Αυτό έκανε το γαμήσι τόσο βαθύ, που το κεφάλι του πούτσου του άγγιζε τη μήτρα μου...τον έπαιρνα μέσα μου μέχρι τη ρίζα. Τα αρχίδια του αντηχούσαν χτυπώντας πάνω στα χειλάκια του μουνιού μου και οι τρίχες του με χάιδευαν. Πόσο πουτάνα ένιωθα Θεέ μου έτσι που γαμιόμουν... «Γάμα με θείε μου, μη σταματάς» παρακάλεσα...«σκίσε την ανιψούλα σου, τιμώρησέ με που σε καύλωσα », άκουσα τον εαυτό μου να ξεστομίζει και δεν καταλάβαινα από πού έβγαιναν αυτά τα λόγια. Λες και τον σπηρούνισα....το καυλί του άρχισε να με σφυροκοπάει με πιότερη μανία, λες και είχε να γαμήσει χρόνια. Σα βιζιτού ένιωθα με αυτό το ωμό σφυροκόπημα, και ταυτόχρονα ανείπωτα ευτυχισμένη....τα δάχτυλά του σφίχτηκαν γερά γύρω από το λαιμό μου, σα να ήθελε να με πνίξει. «Ολη τη νύχτα δεν κοιμήθηκα...δεν έκλεισα μάτι...με βασάνιζε η καύλα σου» μου ψιθύρισε στο αυτί, ενώ ταυτόχρονα το δάγκωνε, δάγκωνε το λαιμό μου, τους ώμους μου, μου άφηνε σημάδια...ανατρίχιασα από ευτυχία στη σκέψη ότι αυτός ο καταπληκτικός άντρας ξενύχτησε για πάρτη μου. «Κι εγώ το έπαιξα χθες βράδυ κι έχυσα τρελά για σένα....» στέναξα. «Επρεπε να σ είχα γαμήσει από καιρό τσουλάκι, έτοιμο για ξέσκισμα ήταν το μουνί σου» σφύριξε και ο ιδρώτας του έσταζε πάνω μου, ανακατευόταν με τον δικό μου....τα κορμιά μας κολλούσαν. «Θα κάνεις ότι σου λέω από δω και μπρός πουτανάκι...κατάλαβες? Λέγε!» και μου έδωσε μια γερή ξυλιά στο κωλαράκι που έτσουξε.... «Ναι θείε μου, θα κάνω ότι μου πείς εσύ...μόνο γάμα με σε παρακαλώ, μη σταματήσεις ποτέ» βόγκηξα ικετευτικά...

Με μια δυνατή ώθηση, ο πούτσος του χτύπησε δυνατά τη μήτρα μου, πόνεσα και έπεσα μπρούμυτα...έπεσε και κείνος πάνω μου. Για μια στιγμή μείναμε ακίνητοι, ιδρωμένοι, ξέπνοοι...βγήκε από μέσα μου και με γύρισε ανάσκελα. Το κορμί μου ήταν χαλαρό, ολοκληρωτικά παραδομένο...πήρε θέση ανάμεσα στα πόδια μου και μου τον έχωσε ξανά, αυτή τη φορά αργά και γλυκά... «Κοριτσάκι μου», μου ψιθύρισε τρυφερά...

Αυτή η αλλαγή στη διάθεσή του με ξάφνιασε, αλλά με καύλωσε κιόλας πολύ... Τύλιξα τα πόδια μου γύρω από τη μέση του και τα σήκωσα ψηλά για να πάρω το καυλί του πιο βαθιά μέσα μου. Εκείνος άρχισε να με τρομπάρει βαθιά και σταθερά, χωρίς βιασύνη. Τώρα έβλεπα το πρόσωπό του, την έκφραση της καύλας και της ηδονής που είχαν αντικείμενο εμένα και μόνο... τι μαγεία ήταν αυτή! Καθώς με γαμούσε, ένιωθα το βάρος του να με πιέζει, να με κυριαρχεί και η ερεθισμένη κλειτορίδα μου τριβόταν πάνω του....αν συνέχιζε έτσι θα έχυνα, το ήξερα. Σφίχτηκα πάνω του με χέρια και με πόδια να μη μου φύγει, να μη χάσω αυτήν την αίσθηση... Το κατάλαβε εκείνος και μου ψιθύρισε γλυκά «Θέλω να χύσεις για μένα κοριτσάκι μου...θέλω να δώσεις τα χύσια σου στον αγαπημένο σου θείο...»

Τρέλα μου ήρθε... «Θα χύσω θείε μου, μη σταματάς σε παρακαλώ!» ικέτεψα και τον έσφιγγα πάνω μου με μανία... «Δε θα σταματήσω ποτέ να σε γαμάω κοριτσάκι μου...» μου είπε σιγά εκείνος στο αυτί. Αρχισε να μου λέει κι άλλα λόγια, ερωτικά και πρόστυχα αλλά πλέον δεν άκουγα...βρισκόμουν κάπου αλλού. Τώρα με έκανε να νιώθω σα μικρό κοριτσάκι που το διέφθειρε, το ξεπαρθένιαζε προσεκτικά για να μην πονέσει κι αυτό το παιχνίδι με καύλωνε πέρα από κάθε όριο. Καταλάβαινα μόνο τον πούτσο του, σκληρό και άκαμπτο, να γλιστράει μέσα έξω στην υγρή τρύπα μου...και κάθε βαθιά διείσδυση έκανε το μουνί μου να ηλεκτρίζεται σε περιοχές που δεν ήξερε ότι υπήρχαν, από την πρησμένη κλειτορίδα μου μέχρι το τελευταίο εκατοστό της τρύπας μου που έκαιγε....

Αρχισα να τρέμω χωρίς να το θέλω... «Ελα ανιψούλα μου, έλα...δώστα στο θειούλη σου...δώστα στο γαμιά σου» άκουσα τη φωνή του και πραγματικά, άρχισα να χύνω δυνατά, πρωτόγνωρα, με τρέμουλα που συνεπήραν όλο μου το κορμί... «Χύνω θειούλη μου, χύνω......ααχ!» φώναξα, ενώ εκείνος με έσφιγγε δυνατά χωρίς να σταματάει το βαθύ και ρυθμικό γαμήσι του. Δυνατοί σπασμοί κατέκλυσαν το μουνάκι μου, που έφτασαν στη μήτρα μου, στην κοιλιά μου, που με έκαναν να ανατριχιάσω σύγκορμη από έκσταση και να φωνάζω δυνατά σαν πουτάνα χωρίς να μπορώ να συγκρατηθώ...ο θείος μου μού κάλυψε το στόμα με το χέρι του κι εγώ έμεινα εκεί, να σπαρταράω ατελείωτα, βυθισμένη σε μια καύλα βασανιστική και απελευθερωτική μαζί... Τελικά τα κύματα άρχισαν σιγά σιγά να υποχωρούν. Χαλάρωσα και τα πόδια μου έπεσαν αδύναμα πάνω στο στρώμα, έμεινα ξαπλωμένη σαν παράλυτη από κόπωση και μακαριότητα....

Ο θείος μου με κοίταζε με πόθο και γλύκα, έχοντας ακόμα τον πούτσο του βυθισμένο στο μουνί μου. Δεν έλεγε κουβέντα. Ούτε κι εγώ ήξερα τι να πω. Είχα τόσα πολλά να πω κι όμως δεν ξεστόμιζα λέξη. Τον κοίταζα μόνο με έκσταση κι ευγνωμοσύνη για την ηδονή που μου χάρισε... Τελικά τραβήχτηκε από μέσα μου, ανασηκώθηκε και ήρθε γονατιστός δίπλα μου, ενώ εγώ ήμουν ακόμα ξαπλωμένη. Αρχισε να παίζει τον πούτσο του μπροστά στο πρόσωπό μου... Κατάλαβα ότι είχε σκοπό να μου χύσει στο πρόσωπο και το ήθελα τρελά! Χούφτωσα απαλά τα αρχίδια του και άρχισα να τα μαλάζω...ήταν πρησμένα και φορτωμένα με χύσια που σύντομα θα απολάμβανα.

«Χύσε την ανιψούλα σου θείε μου...έλα γαμιά μου, ρίχτα μου στο πρόσωπο να τα πιω» μουρμούρισα καυλιάρικα, κοιτάζοντάς τον στα μάτια. Εβγαλα τη γλώσσα μου έξω να τα υποδεχτώ... Δεν του πήρε και πολλή ώρα...μέσα σε ένα λεπτό ξέσπασε και κείνος. «Αχ χύνω μωρό μου...πάρτα πουτανάκι, πάρτα» βόγκηξε δυνατά και με περιέλουσε με ένα φορτίο πηχτού σπέρματος... Το πρώτο καυτό κύμα εκσφενδονίστηκε κατευθείαν στο στόμα μου και το κατάπια ηδονικά....το δεύτερο κύμα πέτυχε το μάγουλό μου και ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα....δεν μπορώ να περιγράψω την ευτυχία μου καθώς τα ένιωθα να κολλάνε σε όλο το πρόσωπό μου και να κυλάνε αργά στα μάγουλά μου, στο σαγόνι, στα βυζάκια μου... Εγλειψα όσο έφτανα με τη γλώσσα μου και τα υπόλοιπα μου τα έφερε στο στόμα ο θείος με τον πούτσο του, που ακόμα δεν είχε χαλαρώσει.. Ηταν κι εκείνος ξέπνοος αλλά έδειχνε απόλυτα πλήρης και ικανοποιημένος... Μετά από λίγο, έχοντας ξαναβρεί την ανάσα του, έπιασε τα χαρτομάντιλα από το κομοδίνο και μου σκούπισε το πρόσωπο, κοιτάζοντάς με σοβαρά..

«Τώρα είσαι δικιά μου» μου ψιθύρισε παθιάρικα, «και θα κάνεις ότι σου λέω...θα σε έχω για την καύλα μου, θα έρχεσαι σε μένα όποτε σε καλώ κι εγώ θα σε γαμάω...». Τον κοίταζα σιωπηλή κι απορημένη κι εκείνος χαμογέλασε. «Εχουμε πολλά να κάνουμε μαζί μουνάκι μου και θα είναι όλα μοναδικά, θα δεις...ντύσου τώρα κι έλα κάτω γιατί σε περιμένουν οι γονείς σου». Χωρίς να προσθέσει λέξη, φόρεσε τη βερμούδα του κι έφυγε για να βρει στην παραλία τη θεία και τους γονείς μου. Είχε φύγει για λίγο από την παρέα τους με τη δικαιολογία ότι ήθελε να πάει στην τουαλέτα και είχε ήδη αργήσει να επιστρέψει...είχαμε περάσει μισή ώρα μαζί. Κανείς όμως δε θα μπορούσε να υποψιαστεί την αλήθεια....

Από εκείνη τη μέρα έχω γίνει το προσωπικό πουτανάκι του θείου μου...συναντιόμαστε συχνά σε ξενοδοχεία σαν παράνομο ζευγάρι και ζούμε μαζί όλες τις φαντασιώσεις μας...τα γαμήσια μας είναι πραγματικά το υλικό των ονείρων, όπως λένε. Κανείς δεν το έχει μάθει, είναι το δικό μας καυλωτικό μυστικό...

Η διήγηση φυσικά δεν τελειώνει εδώ....ο θείος μου είναι ο άντρας που μου πήρε την παρθενιά του κώλου μου και έκτοτε του προσφέρω το κωλαράκι μου για ξέσκισμα όποτε του καυλώσει να το ζητήσει...αυτό όμως θα είναι το θέμα της επόμενης ιστορίας.
{tab=Β Μέρος}
Υπάρχει μια έκφραση που λέει «Πρόσεχε τι εύχεσαι, γιατί μπορεί και να πραγματοποιηθεί». Αυτή η φράση συνοψίζει ακριβώς τα συναισθήματα και τις σκέψεις μου στις μέρες που ακολούθησαν την πραγματοποίηση της πιο απόκρυφης φαντασίωσής μου, δηλαδή του ξέφρενου γαμησιού με το θείο Παναγιώτη.

Μετά το τριήμερο στην Ανάβυσσο, το οποίο εξελίχτηκε σε ονειρεμένο και κολασμένο μαζί, επιστρέψαμε στην Αθήνα, ο καθένας στη δουλειά του κι εγώ στο τελευταίο μάθημα της εξεταστικής μου. Με τι μυαλό να συγκεντρωθώ στη μελέτη ύστερα από αυτά τα συμβάντα...σε όλη τη διάρκεια της ημέρας αναγκαστικά μελετούσα, αλλά τη νύχτα ξάπλωνα μόνη μου στο σκοτάδι και ο νούς μου πετούσε στο θείο μου, γέμιζε από τις αναμνήσεις του κορμιού, των φιλιών και των χαδιών του, της μυρωδιάς, του πόνου, της ηδονής...σα φλασάκια άναβαν στο μυαλό μου για λίγες στιγμές και εξαφανίζονταν. Κάθε βράδυ ο ύπνος με έπαιρνε πολύ αργά, με το μουνάκι μουσκεμένο, το κορμί μου αναστατωμένο, τις αισθήσεις μου σε διέγερση....

Επιπλέον, με βασάνιζαν κι άλλες σκέψεις. Είχε περάσει μια εβδομάδα από την επιστροφή μας στην Αθήνα και από το θείο μου ούτε φωνή ούτε ακρόαση...δεν είχαμε ανταλλάξει ούτε λέξη μετά τη μοιραία εκείνη μέρα. Δεν είχα ιδέα τι μπορεί να σκεφτόταν. Κατά βάθος ήμουν αρκετά τρομαγμένη...φοβόμουν ότι είχα μπλέξει σαν τυφλή σε μια ιστορία επικίνδυνη, ότι θα έκανα κακό άθελά μου στον εαυτό μου και σε άλλους, ότι θα ξυπνούσα ένα πρωί και θα έβλεπα γύρω μου πρόσωπα εξαγριωμένα και επικριτικά, που θα είχαν μάθει το μυστικό μου....και άλλα τέτοια...γραφικά.

Η σκέψη που με τρόμαζε πιο πολύ απ' όλες όμως, ήταν ότι μπορεί να μην απολάμβανα ποτέ ξανά τον έρωτα του θείου μου...ότι αυτό το γαμήσι ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που θα χαιρόμουν αυτόν τον άντρα που ποθούσα τόσο τρελά. Βέβαια, είχαν χαραχτεί στη μνήμη μου τα λόγια που μου είπε πριν αποχωριστούμε, ότι δηλαδή από δω και μπρος θα ήμουν δική του και ότι είχαμε πολλά να κάνουμε μαζί. Αραγε είχε σχέδιο? Τι ήθελε να κάνει? Προσπάθησα να μάθω αν είχε φύγει για ταξίδι, όπως συχνά συνέβαινε, αλλά δεν τα κατάφερα. Και στο σπίτι του κώλωνα να τηλεφωνήσω γιατί μπορεί να απαντούσε η θεία μου.

Αποφάσισα να μην κάνω τίποτα και να αφήσω τη μοίρα (ή το θείο μου) να καθοδηγήσει τα πράγματα.

Πράγματι, στο τέλος του Ιουλίου, εννέα μέρες περίπου από τα συμβάντα, ο θείος Παναγιώτης με πήρε τηλέφωνο στο κινητό (το οποίο είχε καταφέρει να μάθει από τη μητέρα μου χωρίς να καρφωθεί). Τινάχτηκα μόλις άκουσα την οικεία, μπάσα φωνή του να με καλημερίζει από τη άλλη άκρη της γραμμής.

«Ποιός είναι?» ρώτησα, θέλοντας να σιγουρευτώ.

«Ο θείος σου», απάντησε σοβαρά, αλλά και με νόημα... Αρχισα να γελάω σιγανά με το διακριτικό του πείραγμα. Τον ρώτησα τι κάνει όσο γινόταν πιο φυσικά, για να μην δείξω την ταραχή μου. Εκείνος μου εξήγησε ότι έλειπε μια εβδομάδα ταξίδι λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων (όπως σωστά είχα μαντέψει) και ότι είχε επιστρέψει μόλις χτες. Ανατρίχιασα από χαρά...κάτω από την ήρεμη και βαθιά ομιλία του διέκρινα τον κρυμμένο ερωτισμό, που οι συνθήκες της στιγμής δεν του επέτρεπαν να εκδηλωθεί πλήρως...κι όμως εγώ τον είχα αντιληφθεί από τον τρόπο που ένιωσε την ανάγκη να μιλήσει για την απουσία του, χωρίς εγώ να ρωτήσω το παραμικρό, σαν την κρυφή συνεννόηση εραστών, που δεν αντέχουν να μένουν μακριά ο ένας από τον άλλον. Με κλειστά τα μάτια, είχα κολλήσει τα χείλη μου στο ακουστικό...η φωνή του λειτουργούσε σαν αφροδισιακό στο μυαλό μου. Ημουν και πάλι υγρή....ακολούθησε μια αμήχανη παύση εκ μέρους μου, την οποία ο θείος μου έσπασε αποφασιστικά.

«Σε πήρα να σου πω να ακυρώσεις ό,τι έχεις κανονίσει για αύριο το μεσημέρι» μου ανακοίνωσε ψύχραιμα

«Γιατί?» κατόρθωσα να πω.

«Γιατί θα έρθεις να με συναντήσεις. Στο President».

Εμεινα ακίνητη. «Δεν...δεν έχω ξαναπάει σε ξενοδοχείο γι αυτό το λόγο» είπα μόνο.

«Μην ανησυχείς. Θα πάω εγώ πρώτος και θα σε ειδοποιήσω σε ποιό δωμάτιο να έρθεις. Ελα κατά τις 11:30. ΟΚ?»

«ΟΚ» μουρμούρισα.

«Θα τα πούμε αύριο. Σε φιλώ...» ψιθύρισε βαθιά και ερωτικά... Η γραμμή έκλεισε. Δεν υπήρχε κάτι άλλο να ειπωθεί από το τηλέφωνο. Ο θείος μου βρισκόταν σε μήτινγκ κάποιας εταιρίας και είχε βγεί σκαστός για λίγη ώρα, προκειμένου να μου τηλεφωνήσει.

Ολη εκείνη η μέρα δεν περνούσε με τίποτα....προσπαθούσα να κρύψω τη χαρά μου για να μην καρφωθώ και την ίδια στιγμή ένιωθα ένα τρελό σφίξιμο στο στομάχι σαν να πήγαινα για εξετάσεις. Οταν τελικά έφτασε το βράδυ, αφοσιώθηκα στον καλλωπισμό μου...έκανα ένα ζεστό μπάνιο, ξύρισα προσεκτικά το μουνάκι μου, άλειψα το σώμα μου με αρωματικές κρέμες και έβαψα σχολαστικά τα νύχια μου...με ευχαριστούσε πολύ αυτή η διαδικασία, απολάμβανα την προετοιμασία του κορμιού μου, ήθελα να το κάνω όμορφο και ποθητό για τον άντρα που θα έπαιρνε και θα το έκανε δικό του... Οταν τελείωσα με αυτά, έπεσα για ύπνο με τρελή ανυπομονησία και ευτυχώς ο Μορφέας ήρθε γρήγορα να με απαλλάξει από αυτήν.

Την επόμενη μέρα ξύπνησα μια ώρα νωρίτερα...διάλεξα προσεκτικά τα ρούχα μου και για εσώρουχα επέλεξα ένα ροζ σουτιέν με ασορτί στριγκάκι. Ετοιμάστηκα και έφυγα. Σε όλο το δρόμο μου φαινόταν σαν ο προορισμός του ταξιδιού μου να ήταν γραμμένος στο μέτωπό μου....οι άντρες μέσα στο μετρό με κοίταζαν επιδοκιμαστικά, με πόθο, με φλέρταραν με το βλέμμα τους, χωρίς εγώ να τους προκαλώ...το βλέμμα μου ήταν αλλαγμένο, η όψη μου ολόκληρη, κι εγώ δεν το είχα καταλάβει και απορούσα με την προσοχή που μου έδειχναν όλοι τους...

Το κινητό μου χτύπησε με το γνωστό ήχο του μηνύματος. Ο θείος μου με ειδοποιούσε ότι με περίμενε στο δωμάτιο 416. Εν τω μεταξύ είχα σχεδόν φτάσει....ανέβηκα δυο δυο τα σκαλοπάτια της εισόδου του ξενοδοχείου, πήρα το ασανσέρ, βρήκα το δωμάτιο και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, χτύπησα διακριτικά την πόρτα.

Ο θείος μου άνοιξε αποφασιστικά. Χωρίς να πει λέξη με άφησε να περάσω. Εκλεισε την πόρτα πίσω μου κι εγώ άφησα το τσαντάκι που κρατούσα στο κομοδίνο. Σταθήκαμε ο ένας απέναντι στον άλλον αμίλητοι για λίγες στιγμές...ο θείος μου με κοίταζε από πάνω ως κάτω σα να ήθελε να επιβεβαιώσει ότι ήμουν εγώ και μετά το βλέμμα του, όλο πάθος και δύναμη, καρφώθηκε στο δικό μου. Αγκαλιαστήκαμε και φιληθήκαμε με τρέλα, με δίψα...ένιωσα τα πόδια μου να λυγίζουν σαν κεριά, καθώς μου έσφιγγε τη μέση, τους ώμους, το κωλαράκι, όπου έφτανε.

«Μου έλειψες» αναστέναξα σιγανά, ανάμεσα στα παθιάρικα φιλιά του. «Κι εσύ μου έλειψες ανιψούλα μου, όσο δε μπορείς να φανταστείς...» μου ψιθύρισε.

Δεν είπαμε τίποτα άλλο. Δεν ήταν ώρα για επιπλέον λόγια, αλλά για πράξεις, για πραγματοποίηση καταπιεσμένων επιθυμιών... Με μια κίνηση μου έβγαλε το μπλουζάκι και μετά το σουτιέν...τα βυζάκια μου ελευθερώθηκαν και πετάχτηκαν μπροστά, στη διάθεσή του. Εκείνος τα χούφτωσε με τα δυό του χέρια και άρχισε να τα ρουφάει πεινασμένα, πότε το ένα και πότε το άλλο...τι καύλα Θεέ μου! Το μουνάκι μου άρχισε να κατακλύζεται από την οικεία αίσθηση καυτών υγρών, που το μούσκευαν....έτσι όπως έβλεπα το πρόσωπό του χωμένο ανάμεσα στα δυό μου στήθη και τον ένιωθα να τα γλείφει έμπειρα, να πιπιλάει, να δαγκώνει τις ρώγες μου μέχρι πόνου, να τα σφίγγει με τις παλάμες του, πλησίαζα στα όριά μου.... Εβλεπα τα ευαίσθητα βυζάκια μου να έχουν κοκκινίσει από τα ρουφήγματα και τις δαγκωματιές και τρελαινόμουνα...

Τα χέρια του θείου μου ταξίδεψαν έμπειρα πάνω στο λευκό παντελόνι μου όση ώρα ασχολιόταν με το στήθος μου, βρήκαν το φερμουάρ, το κατέβασαν...το παντελόνι γλίστρησε στους αστραγάλους μου και αμέσως μετά ακολούθησε και το στριγκάκι. Σταμάτησε να με φιλάει, οπισθοχώρησε και με κοίταζε σαν κουρσάρος θαμπωμένος από πολύτιμα λάφυρα, έτσι όπως στεκόμουν ολόγυμνη μπροστά του...τα μάτια του γυάλιζαν, είχε αναψοκοκκινίσει. Μέσα από το λινό παντελόνι του ο πούτσος του διαγραφόταν σα φυλακισμένο θηρίο, που γύρευε επειγόντως απελευθέρωση....πώς τον ήθελα αυτόν τον πούτσο στο στόμα και στο μουνί μου κι ωστόσο το μόνο που έκανα ήταν να στέκομαι για να απολαμβάνει ο θείος μου το γυμνό μου θέαμα, όπως εκείνος ήθελε, και να καρδιοχτυπάω σαν παρθένα στο σκλαβοπάζαρο ...

Ο θείος κάθισε στην αναπαυτική μονή πολυθρόνα και με τράβηξε κοντά του. Κάθησα πάνω του, εγώ ολόγυμνη, αυτός ντυμένος...τώρα ένιωθα τον πούτσο του, σκληρό σαν πέτρα κάτω από την υγρή τρυπούλα του μουνιού μου, ενώ εκείνος άρχισε να με φιλάει ξανά. Δεν άντεχα άλλο... «Θέλω να γαμηθούμε εδώ, έτσι όπως είμαστε», ξεστόμισα με ένα στεναγμό. Με κοίταξε με μάτια που έλαμπαν. «Βγάλτον έξω» μου είπε μόνο, σα να με προκαλούσε. Με τρεμάμενα χέρια, ξεκούμπωσα τη ζώνη και το φερμουάρ και κατόπιν κατέβασα αργά το άσπρο σλιπάκι του, που από το τέντωμα λες και θα σκιζόταν...ο καυλωμένος πούτσος του πετάχτηκε έξω επιθετικά και η οικεία μυρωδιά του πλημμύρισε τις αισθήσεις μου...άρχισα να τον παίζω αργά με το χέρι μου και είδα ότι ήταν έτοιμος. Προσεκτικά, τον οδήγησα μέσα στο μουνί μου που καιγόταν από λαχτάρα να τον νιώσει....

Με την πρώτη επαφή του ερεθισμένου πουτσοκέφαλου στο υγρό μου άνοιγμα, ο θείος μου βόγκηξε δυνατά...την επόμενη στιγμή, που τον είχα υποδεχτεί πλέον ολόκληρο μέσα μου, απογειωθήκαμε και οι δύο. Πώς να περιγράψω αυτήν την ηδονική έκλυση, το λίγωμα που με πλημμύρισε όταν αισθάνθηκα το μουνάκι μου να γεμίζει ολόκληρο και να τεντώνεται από το πάχος αυτού του εργαλείου, που εισχώρησε μέχρι τα βάθη του...ήταν μοναδική η αίσθηση ότι αυτός ο άντρας ήταν τώρα δικός μου και συναινούσε, μου έδινε το κορμί του να το ευχαριστηθώ όπως γούσταρα εγώ. Ηθελα να το ρουφήξω αυτό το κορμί, να τριφτώ επάνω του, να το φάω ολόκληρο... Αρχισα να ανεβοκατεβαίνω πάνω του και να τον γαμάω με μανία... Πότε πότε επιβράδυνα το ρυθμό, κουνώντας τους γοφούς μου σε αργούς κύκλους για να τον νιώσω μέσα μου καλά, να μου ανοίξει το μουνάκι με τον πούτσο του, να το πονέσει... Ο θείος μου με έσφιγγε πάνω του, με φιλούσε παντού, με κρατούσε από το κωλαράκι και με στήριζε στο ρυθμό του γαμησιού μου....το μουνί μου καιγόταν ολόκληρο, είχε λιώσει από ηδονή, τα υγρά το είχαν πλημμυρίσει και το καυλί του θείου μου μπαινόβγαινε γλιστρώντας.... Γαμιόμασταν έτσι κάμποση ώρα, με πρωτόγονα βογκητά, με τα κορμιά μας ενωμένα, δεμένα σαν από αόρατη δύναμη, αχώριστα, μέχρι που ο θείος μου μού ψιθύρισε να αλλάξουμε στάση, να γυρίσω μπροστά.

Υπάκουσα...σηκώθηκα προσεκτικά και έκανα μεταβολή, κάθισα ξανά πάνω του, αυτή τη φορά με την πλάτη μου γυρισμένη σ' αυτόν και τον ξαναπήρα μέσα μου. Ηταν τρέλα αυτή η στάση, δεν την είχα ξαναδοκιμάσει και με έκανε να νιώθω σκέτη τσούλα....έτσι όπως γαμούσα το καυλί του, κουνώντας τη λεκάνη μου πάνω κάτω, ήταν σα να ανεβοκατέβαινα πάνω σε ένα χοντρό κοντάρι. Ο θείος μου είχε ξετρελλαθεί, μου έσφιγγε τους γοφούς με μανία και μούγκριζε από ηδονή... τι απίστευτο, να τον βλέπω εκτός εαυτού από τη δική μου καύλα! Ομως κι εγώ δεν άντεχα για πολύ έτσι...ήθελα να τον νιώσω από πάνω μου, να με βαραίνει το κορμί του, να με γαμήσει εκείνος, να βγάλει τα αρσενικά του ένστικτα επάνω μου... «Πάμε το κρεβάτι...» μουρμούρισα ικετευτικά, «έλα να μου γαμήσεις το μουνάκι σε παρακαλώ...»

Ακούγοντάς με να ξεστομίζω αυτά τα λόγια, ο θείος μου ήταν αδύνατον να πει «όχι ακόμα»...σηκωθήκαμε όρθιοι κι εγώ του έβγαλα τα ρούχα και τα παπούτσια, γονατίζοντας μπροστά του σα σκλάβα...ο πούτσος του, χοντρός και κατακόκκινος, στεκόταν επιβλητικός μπροστά στο πρόσωπό μου αψηφώντας το νόμο της βαρύτητας. Δεν άντεξα στον πειρασμό και τον πήρα στο στόμα μου με λαχτάρα... Ο θείος βόγκηξε δυνατά... «Αχ πουτάνα ανιψούλα μου θα σε πεθάνω στο γαμήσι!» Με άφησε να τον γλείψω για λίγο...τον ρούφηξα ολόκληρο, τον πήρα μέχρι το λαιμό, δοκιμάζοντας έτσι και τα δικά μου υγρά κι εκείνος, κουνώντας τους γοφούς του, μου γαμούσε το στόμα έξαλλα....

Κατόπιν, με έπιασε από τα χέρια και με σήκωσε όρθια. Με έριξε στο μεγάλο, διπλό κρεβάτι κι έπεσε κι εκείνος πάνω μου...σε λίγα δευτερόλεπτα, το ασυγκράτητο εργαλείο του είχε βυθιστεί ξανά στο μουνί μου, πιάνοντας πάτο, διεισδύοντας στα πιο απόκρυφα μέρη μου... Αρχισε να με γαμάει με έξαψη, με κλειστά μάτια, σφυρίζοντας λέξεις που χανόντουσαν ανάμεσα σε βογκητά, σα βιαστής που ξεσπούσε στο παραδομένο θύμα του. Αυτό δεν κράτησε πολύ όμως.... Μετά από λίγο ανασηκώθηκε, κάθησε στα γόνατα και τοποθέτησε τα πόδια μου στους ώμους του...το γαμήσι άλλαξε, έγινε ελεγχόμενο και αισθησιακό....και η καύλα μου άρχισε να χτυπάει κόκκινο. Μπαινόβγαινε μέσα μου σταθερά, χούφτωνε με το χέρι του την κοιλιά μου, το μουνάκι μου, όποια καμπύλη του κορμιού μου του έκανε κέφι και φιλούσε τις γάμπες μου.... Εγώ, τεντώνοντας το σώμα μου, μπορούσα να απολαύσω και την καταπληκτική θέα....τις πύλες του μουνιού μου να υποχωρούν και να ανοιγοκλείνουν ρυθμικά κάτω από την ορμή αυτού του μεγαλειώδους πούτσου, που το εμβόλιζε δυνατά! Εβλεπα και το θείο μου καταπρόσωπο...πώς μου άρεσε να κοιτάζω το πρόσωπό του, την έκφραση της ηδονής του, τα μάτια του, τα χείλη του, τα δόντια του...όλα αποκτούσαν άλλη ομορφιά, άλλη όψη εκείνη την ώρα του γαμησιού, όπου μιλούσαμε με τα βλέμματά μας. Πραγματικά, είχα τόσα να πω...ήθελα να πω πως με ξετρέλλαινε το γαμήσι του, πως δεν ήθελα να σταματήσει ποτέ, πως θα ήμουν για πάντα δική του, υποταγμένη στη θέλησή του, πως αν δε με γαμούσε θα πέθαινα...αλλά ήταν τόσο σαρωτική η ένταση της στιγμής, που είχα βουβαθεί. Το ίδιο και εκείνος...

Τελικά, ο θείος μου έγειρε ξανά πάνω μου και με έσφιξε στην αγκαλιά του δυνατά, σα να ήμουν ιδιοκτησία του...τύλιξα τα πόδια μου γύρω του για να τον κρατήσω. Πλέον άρχισε να με γαμάει κυριαρχικά, με αργές και δυνατές ωθήσεις, που με έβγαλαν εκτός εαυτού.... το μουνί μου ρουφούσε αχόρταγα το παχύ καυλί του κι εκείνος, καρφώνοντάς το βαθιά, μου έδινε καύλα και λίγο πόνο μαζί, αγγίζοντας τη μήτρα μου, χτυπώντας απαλά το κωλαράκι μου με τα σκληρά αρχίδια του. Ενιωσα ολότελα δική του κι αυτό ήταν μια πρωτόγνωρη αίσθηση για μένα, που με έκανε να δοκιμάσω βαθιά ευτυχία...ταυτόχρονα, βλέποντας τη θέα των ποδιών μου, που τα είχα σηκώσει ψηλά για να διευκολύνω τη διείσδυση, αλλά και των παλινδρομικών κινήσεων του κώλου του, ένιωσα και απερίγραπτα πουτάνα! Γυναίκα, πουτάνα, θηλυκό, κοριτσάκι...όλα αυτά μαζί....

Αρχισα να χύνω... Ηταν τόσο δυνατό το χύσιμο, που αισθάνθηκα ότι με χτύπησε κάποιος δυνατά στο κεφάλι....το κορμί αποκτά δική του θέληση εκείνες τις στιγμές και το δικό μου άρχισε να τεντώνεται...η πλάτη μου λύγισε σχηματίζοντας αψίδα και τα χέρια μου σφίχτηκαν γύρω από τα σεντόνια, τραβώντας τα με δύναμη... «Χύσε για μένα ανιψούλα μου, χύσε γυναίκα μου», μου ψιθύρισε στο αυτί ο θείος κι εγώ έχυσα έντονα, βασανιστικά....το μουνάκι μου άρχισε να συσπάται ρυθμικά, το σάρωσαν ολόκληρο κύματα ηδονικά και τυραννικά μαζί...εγώ βογκούσα, φώναζα κυριολεκτικά και γαντζώθηκα σαν αγρίμι πάνω στο θείο μου, στο γαμιά μου που μου πρόσφερε αυτήν την ηδονή... Εκείνος με κράτησε τρυφερά μέχρι να χαλαρώσω και όταν τελικά επανήλθα, ήθελα να κρατήσω κι άλλο τον πούτσο του μέσα μου, να μη χάσω αυτήν την αίσθηση της πληρότητας. «Μη βγαίνεις, μείνε μέσα μου», τον παρακάλεσα
.
Εκείνος χαμογέλασε γλυκά...δεν είχε χύσει και ο πούτσος του ήταν ακόμα σκληρός σα σίδερο. Και μόνο η παρουσία του μέσα στο μουνί μου, που πλέον είχε επανέλθει (και είχε φάει γερή δόση σφυροκοπήματος) μου προξενούσε πόνο....όμως, τον ήθελα. Αρχισε να κουνιέται μέσα μου, αργά και γλυκά στην αρχή και μετά όλο και πιο γρήγορα, μέχρι που τελικά έφτασε στους πρότερους ρυθμούς γαμησιού, αυτούς που με έκαναν να χύσω. Ομως τώρα ήταν αλλιώς....πέρα από τη καύλα που μου χάριζε, μου έδινε και αρκετό πόνο, που με εμπόδιζε να απολαύσω τον έρωτά του.

«Πονάω....» αναστέναξα. Ο θείος αυτόματα σταμάτησε....«Πονάει το μουνάκι μου? Θα το γλυκάνω τώρα....» μουρμούρισε γλυκά και τραβήχτηκε από μέσα μου με προσοχή. Γλίστρησε προς τα κάτω και πήρε θέση με το πρόσωπο ανάμεσα στα πόδια μου. Δεν μπορούσα να το πιστέψω....θα μου έκανε γλειφομούνι? Ηθελε να με κάνει να χύσω ξανά? Τι έκανα για να αξίζω τέτοια ευτυχία?

Κι όμως, οι υπέροχες αισθήσεις που έρχονταν από το μουνάκι μου δεν άφηναν κανένα περιθώριο για αμφιβολία...ο θείος μου είχε περάσει τα χέρια του γύρω από τα μπουτάκια μου και με περιποιόταν με τη γλώσσα του. Ξεκίνησε με μια ιδιαίτερα απαλή εξερεύνηση (καθώς ήμουν πολύ ευαίσθητη στην παραμικρή επαφή, λόγω του πρόσφατου χυσίματος), ταξιδεύοντας γλυκά επάνω στα απαλά χειλάκια, διατρέχοντας το μήκος τους, ερεθίζοντας κάθε κρυφή πτυχή, αναστατώνοντας φευγαλέα την υγρή και βασανισμένη τρυπούλα μου...και μετά σιγά σιγά ανέβηκε πάλι και επικεντρώθηκε στη φουσκωμένη κλειτορίδα μου ρουφώντας απαλά, δίνοντάς της γλυκά, πεταχτά φιλάκια... Σε όλη τη διάρκεια αυτών των παιχνιδιών, εγώ τιναζόμουν σα να με διαπερνούσε ηλεκτρικό ρεύμα...πώς με καύλωναν ξανά πέρα από κάθε λογική τα τσαλίμια αυτής της έμπειρης γλώσσας! Ο θείος μου πού και πού σήκωνε το βλέμμα, χωρίς να σταματάει το γλείψιμο και μου έριχνε ηδονικές ματιές όλο νόημα....εγώ έμπλεκα τα δάχτυλά μου ανάμεσα στα μαλλιά του και τον ικέτευα να μη σταματήσει.

Τα χάδια της γλώσσας του σταδιακά έγιναν πιο έντονα, κυκλώνοντας την κλειτορίδα μου με αργές, τυραννικές κινήσεις κι εγώ άρχισα πλέον να σπαρταράω από ηδονή....ένιωθα πραγματικά να χάνομαι.... «Αχ ναι θείε μου ναι....γλείψε μου το μουνάκι, κάνε την ανιψούλα σου να χύσει ξανά, σε παρακαλώ....» βογκούσα δυνατά.... Τελικά, άρχισε να την ερεθίζει με μικρά, ρυθμικά χτυπηματάκια, πάνω κάτω, με την άκρη της γλώσσας του μόνο, εναλλάσσοντας αυτόν τον τρελό χορό με βαθιά ρουφήγματα, κολλώντας το στόμα του πάνω στο μουνάκι μου, σα διψασμένος που βυζαίνει τις τελευταίες σταγόνες νερό από μια πηγή που στερεύει, βογκώντας κι ο ίδιος σιγανά, τραβώντας ολόκληρο το κορμί μου πάνω του για να μην ξεκολλάει το μουνάκι μου από τα χείλη του....

Δεν άντεξα άλλο....έχυσα ξανά, ακόμα πιο δυνατά και ορμητικά από πριν! Σαν να με παρέσυρε μια άγρια θάλασσα ήταν...οι κραυγές μου ήταν τόσο δυνατές, που σίγουρα θα ακούστηκαν στο διπλανό δωμάτιο. Δάγκωσα δυνατά το χέρι μου προκειμένου να τις συγκρατήσω λίγο, ενώ οι σπασμοί του οργασμού με έκαναν να χτυπιέμαι ολόκληρη άθελά μου, σαν ψάρι έξω από το νερό... Ούτε και ξέρω πόση ώρα έχυνα, μου φάνηκε πραγματικά ατελείωτο...ο θείος μου δε χόρταινε να με κοιτάζει, δεν είχε χάσει δευτερόλεπτο, ήταν ξετραλλαμένος. Οταν τελικά ηρέμησα, ήρθε δίπλα μου και με αγκάλιασε.... η ράχη του χεριού μου πονούσε από τον τρόπο που την είχα δαγκώσει και τα δόντια μου είχαν αφήσει αποτυπώματα. Καθησύχασε το κορμί μου, που είχε ανατριχιάσει ολόκληρο, κανακεύοντάς το κι εγώ κούρνιασα στην αγκαλιά του για λίγο...

Περιττό να πω ότι όλη αυτή η ικανοποίηση που μου είχε χαρίσει, καθώς επίσης και τα δυο απανωτά χυσίματα, με είχαν κάνει λιώμα. Αν μου έλεγε εκείνη τη στιγμή να πέσω στη φωτιά, θα το έκανα...τέτοια ήταν η αγαλλίαση και η υποταγή μου, την οποία είχε κερδίσει... Επιπλέον, σκεφτόμουν ότι αυτός δεν είχε χύσει ακόμα κι όμως ήταν εκεί και με κρατούσε αγκαλιά, χωρίς να το ζητάει...και δεν ήταν από τους άντρες που κωλώνουν να πάρουν αυτό που θέλουν, ούτε κι εγώ θα έλεγα όχι. Αρα δεν ήθελε να αφεθεί ακόμα, ήθελε να κρατηθεί κι άλλο, να είναι σε ένταση συνέχεια, να μου δώσει κι άλλη καύλα...

Αυτό μου έκανε βαθιά εντύπωση. Κανένας άλλος δε μου είχε ξαναφερθεί έτσι στο κρεβάτι, να νοιάζεται τόσο πολύ για τη δική μου απόλαυση. Τον κοίταξα με ευγνωμοσύνη και απορία μαζί....μα τι μου χρωστούσε τέλος πάντων και μου έδινε ηδονή τόσο απλόχερα? Σα να διάβασε τις σκέψεις μου, χαμογέλασε.

«Στο είπα μουνάκι μου ότι εμείς οι δύο έχουμε πολλά να κάνουμε. Και ακόμα δεν είδες τίποτα...» μουρμούρισε ερωτιάρικα και άρχισε να με χαιδεύει σε όλο μου το κορμί, από πάνω ως κάτω. Το χάδι του ήταν βαρύ, αντρικό, κτητικό...και με ξετρέλαινε. Από τη μια απορούσα με το θράσος του, να χουφτώνει το κορμί μου κατά βούληση, τόσο επιτακτικά σα να ήταν κτήμα του, κι από τη άλλη καύλωνα μέχρι το κόκαλο...πόσο μεθυστικό ήταν Θεέ μου να νιώθω ολοκληρωτικά δικιά του!

Σφίχτηκα πάνω του...ήμασταν γυρισμένοι στο πλάι και αγκαλιασμένοι, πρόσωπο με πρόσωπο, με τα πόδια μας μπλεγμένα, σαν κόμπος είχαμε γίνει. Το χέρι του, που ταξίδευε σε όλο μου το κορμί προσπερνώντας τα ευαίσθητα σημεία μου, είχε αρχίσει να με ερεθίζει ξανά...απολάμβανα τα χάδια του με κλειστά μάτια, μυρίζοντας τη μυρωδιά του κορμιού του, παρακαλώντας από μέσα μου να σταθεί στις σκληρές μου ρώγες ή στο υγρό, αχόρταγο μουνάκι μου...όμως τα δάχτυλά του πήγαν και στάθηκαν στο μόνο ανεξερεύνητο σημείο μου, την κωλοτρυπίδα.... Τινάχτηκα.

«Τι στενό που είναι το κωλαράκι σου μωρό μου...ξέρεις πόσο καιρό ονειρεύομαι να στο γαμήσω...» ψιθύρισε παθιάρικα ο θείος μου, με λάγνο μισόκλειστο βλέμμα. Μου τη χάιδευε απαλά γύρω γύρω... Επαθα πλάκα.

«Θείε δεν...δεν το έχω κάνει ποτέ από κει» ομολόγησα καρδιοχτυπώντας. Τα μάτια του θείου μου άνοιξαν απότομα μπροστά σε αυτήν την αποκάλυψη και το πρόσωπό του φωτίστηκε.

«Αλήθεια λες τώρα? Δεν το' χεις δώσει σε κανένα από τους μαλάκες γκόμενούς σου?»

«Σε κανένα. Αφού ήταν όλοι τους μαλάκες. Και φοβάμαι κιόλας....ότι θα πονέσει» μουρμούρισα. Ο θείος μου χαμογέλασε με ευδαιμονία, σα να είχε ακούσει κάποια έξυπνη κουβέντα από ένα τρίχρονο κοριτσάκι. Υστερα με κοίταξε διαπεραστικά, χωρίς να σταματάει τα χάδια στην κωλοτρυπίδα μου.

«Θα δώσεις κώλο σήμερα ανιψούλα μου....θα στον πάρει ο θείος σου» μου ψιθύρισε. «Εγώ θα στην ανοίξω την παρθένα τρυπούλα σου....και θα σου αρέσει όσο τίποτε άλλο στον κόσμο...» Τον κοίταξα κι εγώ μαγεμένη. Σ' αυτόν τον άντρα δε θ' αρνιόμουν τίποτα.

«Ναι θειούλη μου...εσύ θέλω να μου ξεπαρθενιάσεις το κωλαράκι! Θέλω να μου τα πάρεις όλα....», του ψιθύρισα αυθόρμητα.

Ηλεκτρίστηκε όταν του το είπα αυτό, αναστατώθηκε ολόκληρος....Με έσφιξε με δύναμη και μου έδωσε ένα παθιασμένο γλωσσόφιλο, που μου έκοψε την ανάσα. Υστερα τραβήχτηκε αναψοκοκκινισμένος. «Πάρτον», μου είπε προστακτικά, κάνοντας νόημα με τα μάτια. Ηθελε να του πάρω πίπα...πόσο με καύλωνε που με διέταζε μ' ένα νεύμα μόνο, σα να ήμουν το σκλαβάκι του!

Υπάκουσα. Οπως ήταν ξαπλωμένος, γονάτισα στο πλάι του κι έσκυψα επάνω του για να επιδοθώ στο τσιμπούκι. Εκείνος τράβηξε τη λεκάνη μου προσεχτικά προς το μέρος του και βρεθήκαμε σε στάση 69.... Μου έκανε απίστευτη εντύπωση που ο πούτσος του, σε όλη αυτή τη διάρκεια, δεν έλεγε να χαλαρώσει....στεκόταν εκεί, σκληρός και επιβλητικός, έτοιμος να σκίσει όποια τρύπα του έφραζε το δρόμο. Πού να το πω και να με πιστέψουν, ότι βρήκα τέτοιο ντούρο πενηντάρη γαμιά (αν κι εδώ που τα λέμε, μάλλον έπαιξε κάποιο ρόλο και η δική μου παρουσία...αμφιβάλλω αν είναι έτσι και απέναντι στη θεία μου).

Πήρα λοιπόν αυτόν τον εκπληκτικό πούτσο στο στόμα μου κι άρχισα να τον περιποιούμαι αργά και καυλωτικά....τον ρουφούσα βαθιά σα λιχουδιά, πιπιλούσα το κατακόκκινο πουτσοκέφαλο, χάιδευα με τη γλώσσα μου τα ευαίσθητα σημεία του και με το χέρι μου μάλαζα απαλά τα αρχίδια του. Ο θείος μου από τη άλλη, επιδιδόταν σε κάτι που ήταν καινούρια εμπειρία για μένα: μου έγλειφε το κωλαράκι! Η γλώσσα του γλιστρούσε με μαεστρία γύρω από την κωλοτρυπίδα μου και την ερέθιζε, πότε πότε ξεκινώντας το ταξίδι της από την υγρή τρυπούλα του μουνιού μου. Αυτό μου χάριζε διπλή καύλα... Στην αρχή, το γλύψιμο της κωλοτρυπίδας μου φάνηκε σαν λίγο παράξενη αίσθηση, αλλά τελικά αποδείχτηκε άκρως καυλωτική... ο θείος έπαιρνε τα υγρά του μουνιού μου με το δάχτυλό του και μαζί με το σάλιο του ύγραινε την παρθένα τρυπούλα μου....έβαζε λίγο λίγο το δάχτυλό του μέσα, παίζοντας για να με τρελάνει και τελικά μου το έχωσε ολόκληρο... Πετάχτηκα από αυτήν την πρωτόγνωρη αίσθηση...είναι γεγονός ότι κωλοδάχτυλο μου είχε ξαναβάλει γκόμενος, αλλά ούτε κατά διάνοια δεν είχα νιώσει έτσι. Ο θείος ήταν τόσο μάστορας στην προετοιμασία, που με είχε λιγώσει...και τώρα, έτσι όπως γλιστρούσε αργά το δάχτυλό του μέσα έξω στο κωλαράκι μου, μου έγλειφε κιόλας απαλά το μουνάκι. Τα υγρά μου κυλούσαν στα χείλια του, στο σαγόνι του... Κόντευα να τρελαθώ από καύλα, είχα αφεθεί τελείως στα χέρια του, με πόθο αλλά και εμπιστοσύνη, για όση ώρα γουστάριζε εκείνος να με παίξει...

«Μόνο να' βλεπες πώς έχει ανοίξει το κωλαράκι σου....έτοιμο για ξέσκισμα είναι καύλα μου. Ετοιμο για μένα, ανοιχτό....» ψιθύρισε με προσμονή ο θείος μου και μου έδωσε μια απαλή ξυλιά στον πισινό, σήμα για να σηκωθώ. Σηκώθηκα από πάνω του και κάθισα στο κρεβάτι. Περίμενα να δω τι ετοίμαζε.... Σηκώθηκε κι εκείνος, άνοιξε τη δερμάτινη τσάντα του και έβγαλε από μέσα ένα σωληνάριο βαζελίνης. Το είχε προσχεδιάσει στο μυαλό του ο άτιμος άντρας! Πήρε μια καρέκλα, την έφερε μπροστά στη γωνία του κρεβατιού και κάθησε. «Ελα δω πουτανάκι μου», πρόσταξε. Ξάπλωσα ανάσκελα μπροστά του, με το κωλαράκι μου πάνω στη γωνία του κρεβατιού κι έβαλα τα πόδια μου στους ώμους του. Εκείνος πήρε κάμποση βαζελίνη στο δάχτυλό του κι άρχισε να την αλείφει αργά στην ερεθισμένη τρυπούλα μου...η προετοιμασία αυτή μου άρεσε πολύ και με έκανε να χαλαρώσω τελείως. Εβαλε δοκιμαστικά το δάχτυλό του μέσα στο κωλαράκι μου και μου έκανε εντύπωση πόσο εύκολα και γλυκά γλιστρούσε, σα χέλι....Υστερα, άλειψε και το πουτσοκέφαλό του με άλλη τόση ποσότητα αυτή της ευλογημένης ουσίας και τραβώντας με από τους γοφούς, ευθυγράμμισε την τρυπούλα μου με το ανυπόμονο εργαλείο του...

Ενας δυνατός πόνος με διαπέρασε....το πρησμένο κεφάλι με είχε τρυπήσει και μπήκε στην παρθένα τρυπούλα μου. Εβγαλα μια κραυγή και έκανα να τραβηχτώ, αλλά ο θείος με κρατούσε σταθερά από τους γοφούς με τα δυό του χέρια. Τον κοίταξα ικετευτικά....

«Χαλάρωσε», μου ψιθύρισε. «Είναι αρχή ακόμα γι αυτό πόνεσε...δε βιαζόμαστε. Μη σφίγγεσαι καθόλου....».

Η σιγουριά του με καθησύχασε αρκετά...αν και πονούσα, προσπάθησα να ηρεμήσω και να χαλαρώσω το κορμί μου. Βέβαια, είχα σχετικά θορυβηθεί...αν πόνεσε μόνο το κεφάλι, τότε πού θα πήγαινε ο υπόλοιπος θηριώδης πούτσος? Εβγαλα όμως αυτή τη σκέψη από το μυαλό μου...τον κοίταξα στα μάτια με εμπιστοσύνη και αφέθηκα στην εμπειρία του. Μετά από λίγο, η κωλοτρυπίδα μου είχε αρχίσει να συνηθίζει την αίσθηση της διάτασης και ο πούτσος του θείου μου γλίστρησε λίγο πιο βαθιά...τινάχτηκα πάλι, αλλά προσπάθησα να χαλαρώσω ξανά. Ενιωθα καρφωμένη, ένιωθα να μου βγαίνει η ανάσα με δυσκολία....κι όμως είχε τόση καύλα αυτή η αίσθηση του να δίνω στον αγαπημένο μου θείο, στο γαμιά μου, αυτό που σε κανένα άλλον άντρα δεν είχα δώσει! Ενιωθα πραγματικά να ξεπαρθενιάζομαι...αλλά ούτε κατά διάνοια δεν ήταν τόσο ηδονική η πρώτη φορά δια της «κανονικής» οδού!

Οσο ηρεμούσα το κορμί και το μυαλό μου, τόσο χαλάρωνε και η στενή τρυπούλα μου...και ο καυλωμένος πούτσος γλιστρούσε πιο βαθιά, εκατοστό προς εκατοστό, μέχρι που τον πήρα μέχρι τη μέση. Σ' αυτό το στάδιο αισθανόμουν ότι το κωλαράκι μου ήταν τόσο γεμάτο, που λίγο ακόμα και θα γινόταν έκρηξη... Ο θείος μου άρχισε πολύ σιγά να τον βγάζει έξω και να τον ξαναχώνει, ξεκινώντας έτσι ένα προσεκτικό γαμήσι. Πονούσα λιγότερο πλέον και καθώς ο θείος πρόσεχε τις κινήσεις του, άρχισα σιγά σιγά να το απολαμβάνω. Ταυτόχρονα, άρχισε να μου χαιδεύει το μουνάκι....να παίζει την κλειτορίδα μου, να τσιμπάει απαλά τα χειλάκια, να χώνει δάχτυλα μέσα στην υγρή μου μουνότρυπα...αυτό το τελευταίο ειδικά, ήταν τρελή καύλα! Να μου παραβιάζει και τις δυό μου τρύπες ταυτόχρονα, τη μια με τον πούτσο και την άλλη με το δάχτυλο....ένιωθα να ανοίγω, να μου αγγίζει τα σπλάχνα, ένιωθα πουτάνα πρόστυχη που γαμιόταν από παντού! Ο θείος καταλάβαινε ότι καύλωνα και ξεθάρρευε το γαμήσι του.... «Σ' αρέσει πουτανάκι ε?» σφύριζε ανάμεσα στα δόντια του. «Σε ξεκωλιάζει ο θείος σου και γουστάρεις....στο ανοίγω το κωλαράκι με τον πούτσο μου και συ καυλώνεις μικρή τσούλα». Το πόσο με τρέλαιναν τα βρωμόλογά του δεν περιγράφεται.... «Ναι θειούλη μου ναι...έτσι θέλω, να μου ξεσκίζεις όλες μου τις τρύπες...να με κάνεις πουτανίτσα σου, ξεκωλιάρα σου....αχχχχ» βογκούσα δυνατά από πόνο και ηδονή. Το χέρι του θείου είχε τώρα επικεντρωθεί στην κλειτορίδα μου και τη μάλαζε...ένιωθα και έβλεπα τα δάχτυλά του να τη χειρίζονται μαεστρικά κι άρχισα να πετάω στους ουρανούς. Τριβόμουνα πάνω του, κουνιόμουν για να συγχρονιστούν οι κινήσεις μας. Η καύλα των χαδιών του ήταν τόσο έντονη, που δεν καταλάβαινα πια πόνο. Το χοντρό καυλί του είχε χωθεί όλο μέσα στο κωλαράκι μου και δεν είχα νιώσει την παραμικρή δυσφορία. «Ολον τον πήρες μέσα σου ανιψούλα μου...» μούγκρισε βραχνά ο θείος μου....μου τρόμπαρε πλέον τον κώλο κανονικά, χωρίς άλλες γλύκες.

Στ' αλήθεια δεν υπάρχει μεγαλύτερη ηδονή από αυτή της παράδοσης... με το κορμί χαλαρό, τα χέρια λυγισμένα πάνω στο κρεβάτι, τα πόδια ορθάνοιχτα, παρασυρόμουν πάνω κάτω σύγχρονα με τις ωθήσεις του, σα βαρκούλα χωρίς κουπιά στο κυματισμένο πέλαγος... Μου φαινόταν απίστευτο ότι παρέδωσα σε έναν άντρα το κωλαράκι μου για γαμήσι κι ότι ήταν τόσο υπέροχα...σε άλλο κόσμο είχα πάει. Ο θείος μου με κάρφωνε βαθιά με σταθερές κινήσεις, χωρίς βιασύνη και φαινόταν ότι θα μπορούσε να συνεχίσει έτσι επί πολλές ώρες...με κοίταζε αχόρταγα, μαγεμένος και μου έπαιζε σταθερά το μουνάκι. Το ανεξερεύνητο κωλαράκι μου αγκάλιαζε σφιχτά τον παχύ πούτσο του σε όλο του το μήκος, τον κατάπινε με λαχτάρα και έστελνε το θείο μου στον έβδομο ουρανό από έκσταση... Αυτό όμως που τον τρέλαινε πραγματικά ήταν η κατάκτηση, η λεηλασία της παρθενιάς μου, η αίσθηση ότι μου είχε αποσπάσει με μαγκιά αυτό που στους άλλους άντρες είχα αρνηθεί....

«Τώρα μου ανήκει και το κωλαράκι σου», μου ψιθύρισε αγκομαχώντας. «Θα το χαίρομαι κι αυτό μαζί με το μουνάκι σου και όλο σου το κορμί....για τη δική μου καύλα μόνο! Δε θα το δώσεις σε κανένα άλλον άντρα ποτέ....»

«Οχι θείε μου» βόγκηξα με πόνο, γιατί καθώς τα έλεγε αυτά καύλωνε και με σφυροκοπούσε δυνατότερα.... «μόνο εσύ θέλω να μου σκίζεις το κωλαράκι, κανένας άλλος δε θα το πάρει ποτέ...μόνο εσύ, ο θείος μου, ο γαμιάς της ζωής μου....»

«Αχ ανιψούλα μου γλυκιά...πουτανάκι μου!» κραύγασε ξετρελαμένος ο θείος μου και επιτάχυνε το βαθύ γαμήσι του. Ηταν ιδρωμένος και αναψοκοκκινισμένος...είχε σχεδόν χάσει τον έλεγχο από το πάθος του. Τώρα με ξέσκιζε πραγματικά, μου άνοιγε τον κώλο ξεχειλώνοντας τον ταλαιπωρημένο σφιγκτήρα μου, δαγκώνοντας τις γάμπες μου που βρίσκονταν στους ώμους του, μαλακίζοντας τρελά την κλειτορίδα μου.... Λίγα δευτερόλεπτα αυτού του δυνατού ξεκωλιάσματος και για μένα ήρθε η κορύφωση.... άρχισα να φωνάζω σαν πουτάνα που τη γαμάνε πέντε αλήτες, να χύνω ξανά για το γαμιά θείο μου, με τον πούτσο του χωμένο βαθιά στον κώλο μου.... ένα βήμα μακριά από την τρέλα με έφερε αυτός ο παροξυσμός. Δεν είχα πλέον τον παραμικρό έλεγχο πάνω στο κορμί μου, που είχε πάρει φωτιά... τιναζόταν, χτυπιόταν δεξιά κι αριστερά, συγκλονιζόταν από δυνατούς σπασμούς που ξεκινούσαν από το μουνάκι και τον κώλο και με πλημμύρισαν ολόκληρη.

Προτού ολοκληρωθεί το χύσιμο, σαν σε όνειρο, άκουσα το θείο μου να στενάζει δυνατά.... «Μωρό μου δεν αντέχω άλλο, θα σου χύσω....σου χύνω στον κώλο πουτανάκι...» Τον έσφιξα πάνω μου με αγαλλίαση....ο πούτσος του άρχισε να συσπάται μέσα στο κωλαράκι μου και την επόμενη στιγμή ξέσπασε, το πλημμύρισε με πηχτά, καυτά χύσια...ο θείος μου σφιγγόταν πάνω μου κι έβγαζε ζωώδη βογκητά όση ώρα έχυνε...και πράγματι, έχυνε για ώρα πολλή, άδειαζε τα πρησμένα αρχίδια του, τα στέγνωνε μέσα στην πρόθυμη κωλοτρυπίδα μου, που τα ρουφούσε άπληστα... Εγώ κρατιόμουν από το σώμα του, προσπαθώντας να αντέξω την ένταση του χυσίματός του, αλλά και του δικού μου, που ολοκληρωνόταν μαζί με το δικό του... Χύσαμε μαζί με τον αγαπημένο μου θείο και μετά χαλαρώσαμε μαζί, αγκαλιασμένοι, με χάδια και φιλιά...

Ετσι περάσαμε τρεισήμισι ώρες με ασταμάτητο έρωτα, ο θείος Παναγιώτης κι εγώ, σε εκείνη την συνάντηση. Την επομένη, ο θείος έφυγε διακοπές με την οικογένειά του για ένα μήνα. Περιττό να πώ πόσο μου έλειψε....όμως, επικοινωνούσαμε τηλεφωνικώς και μάλιστα, έχοντας ανακαλύψει πόσο πολύ με καύλωνε η φωνή του στο τηλέφωνο, επιδοθήκαμε στο τηλεφωνικό σεξ....μιλούσαμε για τα πρόστυχα και υπέροχα πράγματα που είχαμε κάνει μαζί και μοιραζόμασταν νέες φαντασιώσεις. Ετσι, ο ένας έκανε τον άλλον να χύνει, έστω κι από απόσταση.....

Οταν πιά μπήκε Σεπτέμβρης και ο θείος μου επέστρεψε από τις διακοπές του, συνεχίσαμε τις συναντήσεις μας και αρχίσαμε να πραγματοποιούμε ένα ένα όλα τα καυλωτικά σενάρια που είχαμε περιγράψει στο τηλέφωνο, καθώς επίσης και όσα άλλα μας έρχονταν στο μυαλό την οποιαδήποτε στιγμή. Θα σας διηγηθώ μερικά από αυτά σε επόμενη ιστορία....
{/tabs}
Click here for more!