Είμαι είκοσι έξι χρόνων, δάσκαλος και μετά το στρατιωτικό δήλωσα διορισμό και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της πατρίδας μας. Ο λόγος είναι προφανής. Δεν ήθελα να περιμένω δέκα χρόνια και βάλε μέχρι να διοριστώ κάπου κοντά στο σπίτι μου ή σε μεγάλη πόλη. Δε με έπαιρνε άλλο να ζω από το χαρτζιλίκι του πατέρα μου. Έτσι δεν ήταν δύσκολο να βρεθεί θέση για μένα κι ο πρώτος μου διορισμός, έστω και σαν αναπληρωτής, ήταν γεγονός.

Ήταν σ' ένα πανέμορφο χωριουδάκι, με θάλασσα στη μια πλευρά κι ένα καταπράσινο βουνό στην άλλη. Το σχολικό κτίριο καινούριο ήταν νεόπλουτοι Είχα λίγους μαθητές κι αυτό ήταν πολύ ευχάριστο, αφού δεν ξέρω αν θα κατάφερνα να τα βγάλω πέρα με περισσότερους από τον πρώτο κιόλας χρόνο της επαγγελματικής μου δραστηριότητας. Έτσι ο καιρός άρχισε να κυλά ήσυχος και κάθε μέρα που περνούσε αποκτούσα όλο και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.

Σε δύο τρεις εβδομάδες ήταν σαν να δίδασκα όλη μου τη ζωή. Οι μαθητές μου ήταν αρκετά αφοσιωμένοι στα μαθήματα, αν και φυσικά, σαν παιδιά, ήταν πολύ ζωηρά στα διαλείμματα. Οι σκανδαλιές δεν έλειπαν ούτε μέσα στην τάξη, αλλά αυτό ήταν κάτι που μπορούσα να το αντιμετωπίσω. Ανάμεσα στα αγοράκια της πρώτης τάξης, ήταν και δύο πανέξυπνα μουτράκια που έκαναν όλο ζαβολιές και πειράγματα, αλλά ήταν και οι πρώτοι στα μαθήματα. Δεν είχα λοιπόν λόγους να ανησυχώ και εξάλλου πάντα αγαπούσα ιδιαίτερα τα ζωηρά παιδιά. Στα διαλείμματα καθόμουν στην έδρα μου και πρoετoιμαζόμουν για την επόμενη ώρα ή πήγαινα στο γραφείο του διευθυντή, όπου πίναμε καφέ και συζητούσαμε επαγγελματικά ή τα πολιτικά δρώμενα της χώρας. Επίσης κουτσομπολεύαμε σαν γυναικούλες τους υπόλοιπους κατοίκους της μικρής μας κοινότητας.

Έτσι κυλούσε η ζωή μου μέχρι που ένα απόγευμα βγήκα έξω στο προαύλιο να χαζέψω τα παιχνίδια των παιδιών. Ξαφνικά ακούω φωνές, γέλια και τσιρίγματα. Έτρεξα αμέσως γεμάτος περιέργεια και τι να δω! Δύο κοριτσάκια φώναζαν κι έβριζαν τα δύο αγοράκια που σας έλεγα, ενώ όλα τα υπόλοιπα παιδιά είχαν σκάσει στα γέλια. Τι είχε συμβεί; Τα διαολάκια είχαν σηκώσει τα φουστανάκια των κοριτσιών και κοίταζαν τα βρακάκια τους και τα πείραζαν. Προσπάθησα να ησυχάσω τα αίματα και έδιωξα όσους δεν είχαν άμεση σχέση. Πήρα τα παιδιά, τα δύο κοριτσάκια και τους δύο μικρούς διαβόλους στην τάξη κι άρχισα να συζητώ μαζί τους, όσο περισσότερο φιλικά μπορούσα και όχι σαν δάσκαλος που τα μαλώνει. Η κύρια δικαιολογία των αγοριών ήταν ότι αγαπούσαν τις συμμαθήτριες τους κι ήθελαν να δείξουν με αυτό τον τρόπο την αγάπη τους.

Ύστερα από λίγο γελούσαμε όλοι μαζί και θεώρησα το γεγονός λήξαν. Βλέπετε δεν έχω καμιά σχέση με τους ηλίθιους Αμερικανούς που αποβάλλανε ένα εξάχρονο αγοράκι επειδή φίλησε μια συμμαθήτρια του. Δυστυχώς όμως είχα πέσει έξω. Τα παιδιά βλέπετε μίλησαν στους γονείς τους για το συμβάν και έτσι την άλλη μέρα όλη η κοινότητα ήξερε τι είχε συμβεί. Στο καφενείο οι άντρες γελούσαν αλλά οι γυναίκες, κυρίως όσες είχαν κορίτσια, έλεγαν ότι έπρεπε να τιμωρηθούν τα παλιόπαιδα και μάλιστα αυστηρά γιατί αλλιώς ποιος ξέρει τι θα κάνουν αργότερα όταν μεγαλώσουν λίγο και ξυπνήσει μέσα τους η σεξουαλικότητα. Ούτε λίγο ούτε πολύ, τα έβλεπαν σαν επίδοξους βιαστές. Το απόγευμα με φώναξε ο διευθυντής στο γραφείο όπου με περίμενε μαζί με τις μαμάδες των συγκεκριμένων κοριτσιών. Άρχισαν να φωνάζουν και να απειλούν θεούς και δαίμονες. Επέμεναν να τιμωρήσω τα αγόρια που τόλμησαν να βάλουν χέρι στα κοριτσάκια τους. Έκανα μερικές απεγνωσμένες προσπάθειες να τις πείσω ότι δεν έγιναν έτσι τα πράγματα αλλά που να με ακούσουν. Άρχισαν μάλιστα να αναθεματίζουν τους γονείς των αγοριών που τους θεωρούσαν ξένους στον τόπο τους αν και είχαν γεννηθεί εκεί. Τι μπορούσα να απαντήσω σε αυτά τα πράγματα; Ο διευθυντής τότε τις καθησύχασε, λέγοντας τους ότι θα τους μιλούσε κι όλα θα τακτοποιούνταν µια χαρά. Όταν έφυγαν τελικά, µου έκλεισε το µάτι και µου πρότεινε να καλέσω τους γονείς των παιδιών µπας και ξεµπερδέψουµε µε αυτή την ιστορία. Έτσι κι έγινε.

Τι ήταν αυτό που αντίκριζαν τα µάτια µου! Δύο μήνες σ' αυτό τον τόπο είχα ξεχάσει ότι κυκλοφορούσαν τέτοια εντυπωσιακά πλάσματα στον κόσμο. Οι δυο γυναίκες απέναντι µου πρέπει να ήταν πάνω από τριάντα αλλά έμοιαζαν το πολύ συνομήλικες µου. Ήταν οι μητέρες των δύο αγοριών που είχαν ξεσηκώσει όλη τη φασαρία κι ήταν το κάτι άλλο. Η μία ήταν κατάξανθη με πράσινα μάτια κι η άλλη μελαχρινή με γκριζωπές ανταύγειες στις αμυγδαλωτές ματάρες της. Και οι δύο όμως φορούσαν κοντά φορέματα, με μαύρες δικτυωτές κάλτσες, κι ήταν βαμμένες σαν να επρόκειτο να πάνε σε μια σημαντική κοσμική εκδήλωση στην πρωτεύουσα. Κι εκτός από το προκλητικό ντύσιμο, τις απίθανες κομμάρες τους, ήταν και κουκλάρες από πάνω οι πoυτάνες. Έχασα τα λόγια μου και προσπαθούσα να κρατήσω το βλέμμα μου μακριά από τα μπούτια τους όσο δύσκολο κι αν ήταν. Κάθονταν όμως σταυροπόδι, με τα φορέματα σηκωμένα ψηλά και με κοιτούσαν με πονηρό χαμόγελο.

«Πιστεύετε ότι έκαναν κάτι κακό τα παιδιά;» με ρώτησε πρώτη η ξανθιά. Άρχισα να εκφράζω τη γνώμη μου, τονίζοντας τους ότι η μικρή κοινωνία που ζούσαμε δεν ήταν συνηθισμένη σε τέτοιες εκδηλώσεις και ότι εύκολα παρεξηγούσαν τέτοιες συμπεριφορές. Πήγα να πω για την τηλεόραση αλλά με έκοψε η μελαχρινή.

«Εσείς τι πιστεύετε, τα παιδιά μας είναι ανώμαλα;»
«Κάθε άλλο», απάντησα. «Είναι πολύ φυσιολογική η περιέργεια που δείχνουν σε αυτή την ηλικία για το αντίθετο φύλο, αλλά ... »

Δεν με άφησαν να συνεχίσω την ανάλυση μου. Τέντωσαν τα κορμιά τους προς τα εμπρός οι διχάλες του στήθους τους, όπως ξεπρόβαλλαν μέσα από τα βαθιά ντεκολτέ τους, μου έκοψαν την ανάσα. Ξεροκατάπια και άνοιξα το στόμα μου να συνεχίσω, όταν είπε η ξανθιά .

«Μόνο σ' αυτή την ηλικία είναι φυσική η περιέργεια που λέτε;»
Έπαιζαν μαζί µου, όπως η γάτα µε το ποντίκι. Ξαναγερναν προς τα πίσω και ανασήκωσαν τα πόδια τους σηκώνοντας έτσι τις φούστες τους πιο ψηλά. Φάνηκαν τα κορδονάκια από τις ζαρτιέρες τους και µου ήρθε ο ουρανός σφοντύλι. Το καυλί µου σηκώθηκε και τράβηξα όσο πιο διακριτικά μπορούσα το πουλόβερ µου προς τα κάτω για να το κρύψω. Δεν ξέρω αν τα κατάφερα γιατί εκείνες αντάλλαξαν ένα πονηρό χαμόγελο και καταλαβαίνοντας φυσικά ότι µε είχαν φέρει σε δύσκολη θέση, είπαν ότι θα μιλούσαν στα αγόρια και θα µε ενημέρωναν για το αποτέλεσμα. Έφυγαν κι εγώ δεν τολμούσα να σηκωθώ από την καρέκλα µου μέχρι να κατακάτσει η ταραχή που µου είχαν προκαλέσει. Το βράδυ, μετά από ένα ζεστό μπάνιο, φόρεσα τις πιτζάμες µου και διάβαζα ένα βιβλίο μέχρι να περάσει λίγο ακόμα η ώρα και να μπορέσω να κοιμηθώ.

Ένα σιγανό χτύπημα ακούστηκε στην πόρτα και πήγα ν' ανοίξω όπως ήμουν πιστεύοντας ότι θα ήταν είτε ο σπιτονοικοκύρης μου, είτε ο διευθυντής που συνήθιζε να περνάει τα βράδια για λίγη κουβεντούλα μιας και δεν υπήρχε τίποτα άλλο να κάνει κανείς εδώ πέρα. Αν ήξερα πόσο έξω είχα πέσει στις εκτιμήσεις μου ίσως να μην είχα ανοίξει την πόρτα. Ήταν οι δυο γυναικάρες που με είχαν επισκεφτεί το απόγευμα στο σχολείο. Φορούσαν άλλα ρούχα, αλλά ήταν εξίσου προκλητικά και αποκαλυπτικά των προθέσεων τους. Έλα όμως που είχα ανάγκη τη δουλειά και αν τις είχε πάρει κανένα μάτι κινδύνευα να απολυθώ! Στεκόμουν άφωνο ς κι εκείνες με κοιτούσαν από πάνω ως κάτω χαμογελώντας. Τότε συνειδητοποίησα ότι ήμουν με τις πιτζάμες και μάλιστα το πάνω μέρος ξεκούμπωτο με το στήθος μου γυμνό. Ψέλλισα αμέσως συγνώμη.

«Σιγά καλέ, ξένοι είμαστε», είπε η ξανθιά και προχώρησε μέσα παρασέρνοντας και τη φιλενάδα της. Κάθισαν στις δύο καρέκλες που υπήρχαν στο δωμάτιό μου κι εγώ βολεύτηκα στο ντιβάνι μου. Άρχισαν να μου λένε για την κουβέντα που είχαν με τα παιδιά τους. Κοντολογίς σύντομα ήρθαν και κάθισαν στο κρεβάτι και βρέθηκα στη μέση. Είχα γίνει κατακόκκινος ως τα αφτιά κι αυτές το διασκέδαζαν. Με πείραζαν και με άγγιζαν παντού στο σώμα. Πρώτη ήταν η μελαχρινή που έβαλε το χέρι της στα σκέλια μου και χούφτωσε τα γεννητικά μου όργανα. Ο πούτσος μου αναδεύτηκε και εκείνη ξεφώνησε χαρούμενη.

«Ολαλά! Τι έχουμε εδώ; Το αγόρι μας είναι έτοιμο για μάχη».Τα χέρια της άρπαξαν το παντελόνι της πιτζάμας και η ξανθιά τράβηξε τα μανίκια του πάνω μέρους. Μέχρι να πεις κύμινο, ήμουν ολόγυμνος και ξαπλωμένος ανάσκελα στο κρεβάτι με την ψωλή μου ορθωμένη. Εκείνες στεκόνταν όρθιες από πάνω μου και με κοιτούσαν ξερογλείφοντας τα αδηφάγα χείλη τους. Άρχισαν να γδύνονται αργά, λικνίζοντας τις κορμάρες τους κάνοντας ένα ανεπανάληπτο στριπτίζ μόνο για πάρτη μου . Το καυλί μου χοροπηδούσε ανυπόμονο καθώς πετούσαν ένα ένα τα ρούχα τους σε βασανιστικά αργό ρυθμό. Μόνο τις κιλοτίτσες τους έβγαλαν σχετικά πιο γρήγορα και δίνοντας μια βουτιά βρέθηκαν δίπλα μου στο κρεβάτι. Κόλλησαν τις κορμάρες τους πάνω μου και τα βυζιά τους τρύπησαν την επιδερμίδα μου. Άρχισαν να με γλείφουν στο λαιμό και δάγκωσαν τους λοβούς των αφτιών μου, ενώ τα χέρια τους χάιδευαν το στήθος μου, τα πλευρά μου και τα μπούτια μου. Κατέβασαν τα χείλη τους κι άρπαξαν από μία ρώγα μου. Τις πιπίλισαν, τις έγλειψαν κι αφού τις καύλωσαν, βύθισαν τα δόντια τους στη σάρκα μου. Γλίστρησαν τις γλώσσες τους στην κοιλιά μου και κατέβηκαν στα γεννητικά μου όργανα. Έχωσαν από ένα αρχίδι στο στόμα τους και τα γυρόφεραν στον ουρανίσκο τους. Έγλειψαν όλο το μήκος της ψωλής µου ξεκινώντας από τη βάση και κατέληξαν στην κορυφή του πουτσοκέφαλου, όπου και φιλήθηκαν μεταξύ τους.

Πότε η µία και πότε η άλλη έπαιρναν το καυλί µου στο στόμα τους. Εκείνη που µε τσιµπούκωνε κάρφωνε τον πούτσο στο λαρύγγι της και μούγκριζε αφήνοντας διάφορους περίεργους λαρυγγισμούς και η άλλη πίεζε τα αρχίδια µου και φιλούσε το εσωτερικό των ποδιών µου. Όταν η μελαχρινή ανεβοκατέβαζε µε υγρούς θορύβους το κατώφλι της πάνω µου, η ξανθιά µε έγλειψε κάτω από τα αρχίδια κι η γλώσσα της τινάχτηκε στην κωλοτρυπίδα µου. Έσπρωξα τη λεκάνη µου προς τα πάνω και βόγκηξα δυνατά. Χαμογέλασαν και η ξανθιά µε καβάλησε πρώτη. Βούτηξε το καυλί µου στο χέρι της και έτριψε το πρησμένο σαν μανιτάρι πουτσοκέφαλο στην κλειτορίδα της αρχικά, στα βρεγμένα της µουνόχειλα στη συνέχεια, για να το µπήξει στην υγρή της µουνότρυπα τελικά.

Άπλωσα τα χέρια µου και χούφτωσα τις πληθωρικές της βυζάρες. Οι τεράστιες φουσκωμένες της ρώγες σκλήραναν ακόμα πιο πολύ στο άγγιγμα µου. Η µμελαχρινή παραμέρισε τα χέρια µου κι άρχισε να γλείφει η ίδια τα βυζιά της φίλης της. Άρπαξα το κωλαράκι της κι έχωσα το μεσαίο µου δάχτυλο στην κωλοτρυπίδα της. Στέναξε καυλιάρικα και καβάλησε το πρόσωπό µου. Πίεσε το µουνάκι της στα χείλη µου και έγλειψα τα σφιχτά της µουνόχειλα. Δάγκωσα την κλειτορίδα της δυνατά και μόλις ξεφώνισε βύθισα τη γλώσσα µου στη µουσκεµένη τρυπούλα της. Τα τοιχώματα του κόλπου της έκλεισαν γύρω από τη γλώσσα µου και γεύτηκα τα προερωτικά της υγρά. Αλλά και το µουνάκι της φίλης της δούλευε εξίσου καλά. Τα παχιά της µουνόχειλα είχαν τυλιχτεί γύρω από τη βάση του πούτσου μου και ανεβοκατέβαζε το σώμα της πάνω του. Ο κόλπος της συσπάστηκε και η κρεµούλα πληµµύρισε τα σωθικά της και έλουσε το καυλί µου. Τίναξα τη λεκάνη µου προς τα πάνω να χωθώ πιο βίαια µέσα της.

Την ίδια στιγμή και η άλλη έσπρωξε το µουνί της στο στόμα µου και έχυσε το άφθονο µουνοχυµα στα χείλη µου. Το ρούφηξα διψασμένα και φρόντισα να το καθαρίσω από κάθε υποψία υγρών. Όταν τελείωσα ήταν στεγνό και καθαρό σαν να είχε μόλις κάνει μπάνιο. Ανασηκώθηκε από πάνω µου η ξανθιά έριξε όλο το βάρος της στο στήθος µου. Έτριψε τις ερεθισμένες της ρώγες στις δικές µου και µε δάγκωσε στη βάση του λαιµού. Έσφιξα τα κωλοµαγουλά της και της έβαλα ένα περιποιημένο κωλοδάχτυλο. Την έπιασαν σπασμοί και το µουνάκι της άδειασε τους χυμούς της καταπίνοντας ταυτόχρονα το σπέρμα µου που ξεχύθηκε µε ορμή στον κόλπο της. Αναστενάξαμε βαθιά δύο τρεις φορές και σηκώθηκε από το καυλί µου. Η αχόρταγη µμελαχρινή, βούτηξε την ψωλή µου και την έχωσε στο στόμα της. Εξαφάνισε µε τη γλώσσα της κάθε ίχνος ψωλοχύµατος μαζί µε τα υπολείµµατα της παχύρρευστης κρεµούλας της φιλενάδας της. Μετά ήρθε και µε φίλησε χώνοντας τη γλώσσα της στο στόμα µου για να µου δώσει µια μικρή γεύση των οργασμών µας.

Έκανα να ανασηκωθώ αλλά µε ξαναέριξαν στο στρώμα. Με ξανάγλειψαν παντού και μόλις µου σηκώθηκε πήγε να µε καβαλήσει η μελαχρινή. Δε λέω µου αρέσει ιδιαίτερα αυτή η στάση, είναι και πιο ξεκούραστη, αλλά την είχα βαρεθεί πια. Και ύστερα όλο µουνί και µουνί, µπούχτησα. Έγλειψα ένα, γάµησα ένα, καιρός για αλλαγή. Την έσπρωξα πέρα και σηκώθηκα στα γόνατα µου. Την άρπαξα και τη γύρισα ανάποδα. Κράτησα σφιχτά την πούτσα µου στο χέρι και την οδήγησα ανάμεσα στα σφιχτά της κωλοµέρια. Πίεσα το καυλί µου στο σφιγκτήρα του κώλου της και το έσπρωξα αργά µμέχρι τη μέση. Πήρα µια βαθιά ανάσα και το κάρφωσα στο βάθος της κωλοτρυπίδας της.

Η ξανθιά µε κοίταξε λαίμαργα και ήρθε πίσω µου. Κόλλησε τη µουνάρα της στον κώλο µου κι άρχισε να σπρώχνει μαζί με μένα. Τα γεμάτα της βυζόμπαλα πίεσαν την πλάτη μου και οι μουνότριχες της γαργαλούσαν τ' αρχίδια μου. Άρχισα να τινάζω τη λεκάνη μου πιο γρήγορα και να ξεσκίζω την κωλάρα της μελαχρινής που χτυπιόταν και ούρλιαζε λιγωμένη. Η ξανθιά γονάτισε πίσω μου κι άρχισε να μου γλείψει τ' αρχίδια και τη βάση της ψωλής όποτε έβγαινε από τη στενή τρυπούλα της φίλης της. Ξαφνικά έχωσε τη γλώσσα της στην κωλοτρυπίδα μου και δεν άντεξα άλλο. Άδειασα το ψωλόχυμα μου στον πάτο της μελαχρινής και τράβηξα το καυλί μου σκληρό και στητό ακόμα. Το κάρφωσα στο στόμα της ξανθιάς που το ρούφηξε λαίμαργα και μετά μου πρόσφερε μόνη της στη φαρδιά κωλάρα της να τη ξεσκίσω. Η μελαχρινή έγλειψε τ' αρχίδια μου και τον κώλο μου. Την τράβηξα από τα μαλλιά, την ανασήκωσα και βάλθηκα να γλείφω τα σφιχτά βυζάκια της και να δαγκώνω τις καυλωμένες ρωγίτσες της.

Γλίστρησα το δάχτυλο μου στο κωλαράκι της και τη φίλησα στο στόμα. Μου έβαλε κι αυτή κωλοδάχτυλο και έχυσα στον κώλο της ξανθιάς, ενώ τα δάχτυλα μου μούσκεψαν από την κρεμούλα της μελαχρινής. Ξαπλώσαμε και οι τρεις εξουθενωμένοι στο κρεβάτι και μετά ντύθηκαν να φύγουν. Στην έξοδο, αφού βεβαιώθηκαν ότι κανείς δεν έβλεπε μου είπαν ότι αν μου άρεσαν τα παιχνίδια τους να μη διστάσω να τις καλέσω όποτε μου καυλώσει. Το κόλπο το ήξερα πια. Τα παιδιά τους όλο και κάποια αταξία θα έκαναν και θα έπρεπε να τις ειδοποιήσω, να συζητήσουμε σχετικά. Θα ήταν η καλύτερη κάλυψη. Ο διευθυντής του σχολείου ποτέ δεν κατάλαβε εκείνη τη χρονιά γιατί δύο κωλόπαιδα δεν έκαναν τίποτα άλλο από αταξίες.